14 Ιουνίου, 2020

Και ὅμως θεώρησε τον ἑαυτο του σαν ἕνα ψύλλο!


Όταν μελετάει κανεὶς τὴν ἱερὴ ἱστορία τοῦ Δαβίδ, μένει ἔκ­θαμβος ἐμπρὸς στὴν ψυχικὴ δύναμή του. Εἶναι ἀξιοθαύμαστος γιὰ τὸ πῶς μποροῦσε νὰ ἀντιμετωπίζει μὲ ψυχραιμία καὶ ἀτρόμητο θάρρος τὸ θανάσιμο μίσος ἐναντίον του τοῦ βασιλιᾶ Σαούλ. Εἶχε βέβαια ἐκ φύσεως γενναῖο χαρακτήρα καὶ μεγάλη μυϊκὴ δύναμη, ἀφοῦ σὲ πολὺ νεαρὴ ἡ-  λι­κία, ἐνῶ φύλαγε τὰ πρόβατα τῆς οἰκογενείας τους, ἔπνιγε μὲ τὰ χέρια του σὰν μὲ ἄλλη τανάλια ἀρ­κούδα καὶ λιοντάρι ποὺ ρίχνον­ταν στὸ κοπάδι νὰ σπαράξουν τὰ πρόβατα (βλ.Α΄Βασ. ιζ΄ 34­-35). Ἦταν ἀτρόμητος. Ἦταν ὅμως καὶ συνετός. Ὅταν ἀντελήφθη ὅτι ὁ βασιλιὰς Σαοὺλ τὸν ζήλευε, διότι ὅλοι τὸν ἀγαποῦσαν καὶ τὸν λάτρευαν κυριολεκτικὰ γιὰ τὶς ἱκανότητές του καὶ γιὰ τὶς νίκες ποὺ εἶχε ἐπιτύχει ἐπικεφαλῆς τοῦ στρατοῦ τους ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν τους, ἄρχισε νὰ φυλάγεται ἀπὸ τὸν βασιλιά. Κατάλαβε καὶ τὸ διαπίστωσε ὅτι ὁ Σαοὺλ ἤθελε νὰ τὸν ἐξον­τώσει, κι ἂς τοῦ εἶχε δώσει ὡς σύζυγό του τὴν κόρη του. Κάποιες φορὲς μάλιστα ἐπιχείρησε νὰ τὸν φονεύσει, διότι φοβόταν μήπως τοῦ πάρει τὸν θρόνο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν τὰ πράγματα ἔφτασαν στὸ ἀπροχώρητο, ὁ Δαβὶδ ἔφυγε ἀπὸ τὴν ἕδρα τῆς βασιλείας τοῦ Σαοὺλ καὶ κατέφυγε στὰ βουνὰ γιὰ νὰ κρυφτεῖ ἀπὸ τὴ μανία του. Γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ μαζὶ μὲ μερικοὺς ἔμπιστους φίλους του ποὺ τὸν ἀκολούθησαν, μπῆκαν κάποτε σὲ μιὰ σπηλιὰ καὶ ξεκουράζονταν στὸ βάθος της. Σὲ λίγο ὅμως πλησίασε στὴ σπηλιά αὐτή, χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζει, καὶ ὁ Σαούλ, ὁ ὁποῖος μὲ 3.000 στρατιῶτες εἶχε βγεῖ στὰ βουνὰ γιὰ νὰ κυνηγήσει τὸν Δαβίδ. Αὐτοὶ ποὺ ἦταν μέσα στὴ σπηλιὰ ἀναγνώρισαν στὸ ἄνοιγμα τῆς σπηλιᾶς τὸν Σαούλ, ποὺ μπῆκε νὰ ἀναπαυθεῖ κι αὐτός. Καὶ εἶπαν οἱ ἄνδρες τοῦ Δαβὶδ πρὸς τὸν ἀρχηγό τους: «Νά! Ἦλθε ἐπιτέλους ἡ μέρα ποὺ σοῦ εἶπε ὁ Κύριος ὅτι θὰ παραδώσει τὸν ἐχθρό σου στὰ χέρια σου, γιὰ νὰ τοῦ φερθεῖς ὅπως νομίζεις καλύτερα!». Σὰν νὰ τοῦ ἔλεγαν: «Σκότωσέ τον, εἶναι εὐκαιρία τώρα, γιὰ νὰ ἡσυχάσουμε ἀπὸ αὐτόν!». Ὁ Δαβὶδ ὅμως, χωρὶς νὰ πεῖ λέξη, σηκώθηκε καὶ πλησίασε σιγά­σιγὰ τὸν Σαούλ, ποὺ κοιμόταν, κι ἔκοψε κρυφὰ τὴν ἄκρη τοῦ μανδύα του καὶ ἐπέστρεψε στοὺς συντρόφους του. Αἰσθάνθηκε μάλιστα μέσα του καὶ κάποια λύπη, γιὰ τὸ ὅτι ἔβλαψε ἔστω μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο τὸν ἐχθρό του. Καὶ εἶπε στοὺς συντρόφους του «νὰ μὴν ἐπιτρέψει ὁ Κύριος ποτὲ νὰ σηκώσω χέρι καὶ νὰ θανατώσω τὸν κύριό μου τὸν βασιλιά, διότι ὁ Κύριος τὸν ἔχρισε στὸ βασιλικό του ἀξίωμα». Οἱ σύντροφοί του ὅμως ἐπέμεναν νὰ τὸν σκοτώσουν, ἀλλ’ ὁ Δαβὶδ τοὺς ἔπει­σε τελικὰ μὲ τὰ λόγια του καὶ δὲν τοὺς ἐπέτρεψε νὰ φονεύσουν τὸν Σαούλ. Ἔπειτα ἀπὸ λίγο σηκώθηκε ὁ Σαοὺλ καὶ βγῆκε ἀπὸ τὴ σπηλιά, χωρὶς νὰ ἀντιληφθεῖ τί εἶχε συμβεῖ. Πῆρε τὸν κατήφορο καὶ ἀπομακρύνθηκε. Τότε βγῆκε πίσω του ἔξω ἀπὸ τὴ σπηλιὰ καὶ ὁ Δαβὶδ καὶ στάθηκε καὶ φώναξε δυνατά: «Κύριε, βασιλεῦ!». Στὸ ἄκου­σμα αὐτὸ ἔστρεψε τὸ πρόσωπό του ὁ Σαούλ, καὶ ὁ Δαβὶδ ἀπὸ μακριὰ ἔσκυψε καταγῆς τὸ πρόσωπό του καὶ τὸν προσκύνησε. Καὶ εἶπε ὁ Δαβίδ: «Γιατί πιστεύεις ὅσα σοῦ λένε, ὅτι ὁ Δαβὶδ θέλει νὰ σὲ σκοτώσει; Νά, πρὸ ὀλίγου σήμερα ὁ Κύριος σὲ παρέδωσε στὰ χέρια μου καὶ μποροῦσα νὰ σὲ σκοτώσω ἐκεῖ στὴ σπηλιά, ἀλλὰ σὲ λυπήθηκα καὶ εἶπα, δὲν θὰ σηκώσω χέρι ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου ποὺ τὸν ἔχρισε στὸ ἀξίωμά του ὁ Κύριος. Ἂν ἀμφιβάλλεις γι’ αὐτὰ ποὺ σοῦ λέω, κοίταξε τὴν ἄκρη τοῦ μανδύα σου καὶ θὰ δεῖς ὅτι λείπει ἕνα κομμάτι. Τὸ ἔκοψα ἐγώ, ὅταν ἤσουν στὴ σπηλιά, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβεις. Μποροῦσα νὰ σὲ σκοτώσω, καὶ δὲν τὸ ἔκανα. Ἂς κρίνει ὁ Κύριος ἀνάμεσά μας καὶ ἂς ἐκδικηθεῖ Ἐκεῖνος τὴν ἀδικία σου εἰς βάρος μου. Ἐγὼ πάντως δὲν πρόκειται νὰ σηκώσω ποτὲ χέρι ἐναντίον σου. Νὰ πῶ καὶ κάτι τελευταῖο: Πίσω ἀπὸ ποιὸν τρέχεις, βασιλιὰ τοῦ Ἰσραήλ; Ποιὸν καταδιώκεις; Κυνηγᾶς ἕνα ψόφιο σκυλὶ ἢ ἕναν ψύλλο; Ἐσὺ εἶσαι ὁ βασιλιάς, ἐνῶ ἐγὼ εἶμαι ἕνα τίποτε!» (βλ. Α΄ Βασ. κδ΄ 1­15). Τί νὰ πρωτοθαυμάσουμε ἀλήθεια καὶ ἀπὸ τί νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὴν ἱστορία αὐτὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης; Νὰ πέσει στὰ χέρια του ὁ θανάσιμος ἐχθρός του, νὰ μπορεῖ νὰ τὸν ἐκδικηθεῖ χωρὶς νὰ δώσει λόγο σὲ κανένα, νὰ τὸν παρα κινοῦν οἱ φίλοι του νὰ προχωρήσει σὲ ἐκδίκηση, καὶ αὐτὸς νὰ ἐκδικεῖται μὲ ἀνεξικακία! Καὶ νὰ λυπᾶται διότι τοῦ χάλασε ἔστω γιὰ λίγο τὴν ἄκρη τοῦ μανδύα του! Τί μεγάλη καρδιὰ ἔκρυβε πραγματικὰ ὁ Δαβίδ! Καὶ τί ἐλεγκτικὸ παράδειγμα γίνεται γιὰ μᾶς ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ συγχωρήσουμε κάποιον ποὺ μᾶς ἔβλαψε κάπως, καὶ θέλουμε νὰ τὸν βάλουμε – ὅπως λέμε – στὴ θέ­ση του! Πόσο μικρόψυχοι εἴμαστε ἀλήθεια! Ἀλλὰ καὶ τί ταπεινὸ φρόνημα εἶχε γιὰ τὸν ἑαυτό του! Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε ἦταν καὶ ἀνεξίκακος. Θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του αὐτὸς ὁ μέγας στρατηγὸς καὶ γενναῖος πολεμιστὴς μικρὸ καὶ ἀσήμαντο μπροστὰ στὸν βασιλιά, σὰν ψύλλο. Κι ἂς ἦταν βασιλιὰς ὁ ἀνάξιος Σαούλ! Ὁ ταπεινὸς θεωρεῖ τοὺς ἄλλους πραγματικὰ ἀνώτερούς του. Τέτοια ἀρετὴ εἶχε ὁ Δαβίδ, καὶ μακάρι νὰ τοῦ μοιάσουμε! Τότε θὰ γίνουμε καὶ ἀνεξίκακοι.ΟΣΩΤΗΡ2069

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου