Το καλοκαίρι του 1922 η κατάσταση στο μικρασιατικό μέτωπο ήταν δραματική για τα ελληνικά στρατεύματα. Η ανάληψη της θέσης του Αρχιστράτηγου από τον Γεώργιο Χατζανέστη μετά την παραίτηση του Αναστάσιου Παπούλα τον Μάιο του ίδιου έτους, έδωσε «μία νέα πνοή, ισχυρά και γενναία, εζωογόνησε προς στιγμήν την αποχαυνωθείσα τούτην Στρατιάν» (Κωνσταντίνος Κανελλόπουλος, «Η Μικρασιατική Ήττα», Αθήναι 1936), ωστόσο δεν πρόσφερε ουσιαστικά αποτελέσματα την ίδια ώρα που ο Κεμάλ ετοιμαζόταν για τη μεγάλη (αντ)επίθεση εναντίον των Ελλήνων…
Με τη Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) ανάμεσα στα άλλα, παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα η Ανατολική και Δυτική Θράκη ως την Τσατάλτζα που απέχει 40 χλμ. από την Κωνσταντινούπολη, ενώ τα ευρωπαϊκά εδάφη της Τουρκίας περιορίζονταν στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, σε περιοχές κοντά στην Αδριανούπολη και τη Χερσόνησο της Καλλίπολης. Επίσης με την ίδια Συνθήκη η Τουρκία έχανε περίπου τα 2/3 της έκτασής της (από 1.589.540 τ.χλμ. το 1914 σε 453.000 τ.χλμ.). Πρωτεύουσά της θα ήταν η Κωνσταντινούπολη ενώ διατηρούσε εδάφη μόνο στην Ανατολία. Το Κουρδιστάν θα αποκτούσε αυτόνομη κρατική οντότητα και η, ως τότε τουρκική, επαρχία της Αρμενίας, θα γινόταν ανεξάρτητο κράτος.
Της επιτρεπόταν να διατηρεί στρατό μόλις 50.000 ανδρών ενώ τα Δαρδανέλια και ο Βόσπορος έμπαιναν σε καθεστώς διεθνούς ελέγχου – διοίκησης το οποίο εξασφάλιζε τον ελεύθερο διάπλου των Στενών. Είναι χαρακτηριστικό ότι Βρετανία, Γαλλία και Ιταλία ανέλαβαν την επιτήρηση των λιμανιών, ακόμα και των σιδηροδρομικών γραμμών της Τουρκίας!
Ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης εκείνη την εποχή δεν ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο και οι Έλληνες κάτοικοί της ήταν περισσότεροι από 100.000.
Η ελληνική πλευρά (ως έσχατη;) διπλωματική και στρατιωτική κίνηση αποφάσισε να κινηθεί για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Η απόφαση πάρθηκε μετά από μακρά σύσκεψη επί του θωρηκτού «Αβέρωφ» στο Κερατσίνι στην οποία συμμετείχαν ο Πρωθυπουργός Γούναρης, ο Υπουργός Στρατιωτικών Θεοτόκης και ο Αρχιστράτηγος Χατζανέστης.
Η κυβέρνηση είχε ξεκαθαρίσει ότι αν η επιχείρηση αυτή αποδυνάμωνε το μέτωπο της Μικράς Ασίας δεν έπρεπε να γίνει. Όμως ο Χατζανέστης μετά από περιοδεία και επιθεώρηση του Στρατού μας στη Μικρά Ασία συμπέρανε ότι ενισχύσεις για τον στρατό της Θράκης θα μπορούσαν να αποσπαστούν από τη Μικρά Ασία χωρίς να αποδυναμωθεί σημαντικά το μέτωπο. Σύμφωνα με τον Δρα Ιωάννη Παπαφλωράτο οι δυνάμεις που αποσπάστηκαν από το μέτωπο δεν ξεπερνούσαν τις 7.000 άνδρες.
Συγκεκριμένα επρόκειτο για 11 τάγματα, 7 από τα οποία προέρχονταν από βόρειο μέτωπο και 4 από το νότιο. Ο Π. Παναγάκος που γνώριζε λόγω της θέσης του άριστα την κατάσταση, έγραψε ότι από τα 4 τάγματα που αποσύρθηκαν από το νότιο μέτωπο, τα τρία ήταν μειωμένης δύναμης και πολεμικής αξίας, δηλαδή μόνο το ένα ουσιαστικά έλειψε από την κρίσιμη ώρα των τουρκικών επιθέσεων στη Μικρά Ασία. Ο δε Κωνσταντίνος Μαζαράκης-Αινιάν, σφοδρός πολέμιος των κυβερνήσεων που εκλέχτηκαν από τον Νοέμβριο του 1920 και έπειτα, παραδέχτηκε ότι και η παραμονή αυτών των ταγμάτων δεν θα άλλαζε την κατάσταση.
Σύμφωνα με τον Χ.Ε. Αγγελομάτη, η επιχείρηση θα ξεκινούσε από την Θράκη στις 4 τα ξημερώματα της 16ης Ιουλίου 1922. Επικεφαλής της θα ήταν ο ίδιος ο Χατζανέστης που βρισκόταν ήδη στη Ραιδεστό.
Η ενημέρωση Βρετανών, Γάλλων και Ιταλών για την επιχείρηση και οι σφοδρές αντιδράσεις τους
Ο Βρετανός είπε στον Γάλλο Στρατηγό Σαρπί ότι θα έστελνε μία ταξιαρχία να υποστηρίξει τα γαλλικά στρατεύματα στο θρακικό μέτωπο ενάντια σε κάθε ελληνική απόπειρα κατάληψης της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα τον ενημέρωσε ότι υπολόγιζε στην υποστήριξη μιας γαλλικής ταξιαρχίας στην περίπτωση προέλασης των κεμαλικών στρατευμάτων προς την ουδέτερη ζώνη από την πλευρά της Μικράς Ασίας.
Σφοδρότατη ήταν και η αντίδραση των Γάλλων. Στις 18/31 Ιουλίου, ο Γάλλος επιτετραμμένος στην Αθήνα πληροφόρησε την ελληνική κυβέρνηση ότι η Συμμαχική στρατιωτική διοίκηση Κωνσταντινουπόλεως διατάχθηκε να αποκρούσει ακόμα και με τη βία κάθε απόπειρα του Ελληνικού Στρατού να την καταλάβει. Το Παρίσι πέτυχε να προσεταιριστεί και τη Ρώμη και έτσι και το Λονδίνο προσχώρησε στις θέσεις τους.
Μάλιστα ο Χάρινγκτον, υποχρεώθηκε να δημοσιεύσει μια προκήρυξη που αφορούσε την αντίσταση που θα συναντούσε από τις Συμμαχικές δυνάμεις ενδεχόμενη ελληνική προέλαση προς την Πόλη.
Η αναστολή της επιχείρησης, το τηλεγράφημα στον Χατζανέστη και οι αντιδράσεις από ελληνικής πλευράς
Η ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Το απόγευμα της 15ης Ιουλίου 1922 μετά από μαραθώνια υπουργική σύσκεψη, αποφασίστηκε η αναστολή της επιχείρησης προς την Κωνσταντινούπολη.
Η «διαταγή αναστολής» (κατά τον Χ.Ε. Αγγελομάτη) διαβιβάστηκε στην ελληνική Αρμοστεία στην Κωνσταντινούπολη με τηλεγράφημα το οποίο στάλθηκε τα μεσάνυχτα της 15ης προς 16η Ιουλίου. Ο Αρμοστής Σιμόπουλος απουσίαζε, βρέθηκε όμως ο αρμόδιος για τα κρυπτογραφήματα υπάλληλος ο οποίος το αποκρυπτογράφησε.
Στο μεταξύ στην Πόλη υπήρχε έντονη αντιπαράθεση («εμπόλεμον κατάστασιν», τη χαρακτηρίζει ο Χ.Ε. Αγγελομάτης) μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου και Ύπατης Αρμοστείας. Επίσης δεν υπήρχε καμία συνεργασία μεταξύ της Αρμοστείας και της ελληνικής στρατιωτικής διοίκησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ η επιχείρηση προς την Κωνσταντινούπολη είχε σχεδιαστεί να γίνει τα ξημερώματα της 16ης Ιουλίου, τα γραφεία της Αρμοστείας από το απόγευμα του Σαββάτου 15/7 ήταν κλειστά λόγω της αργίας της Κυριακής!
Ποιοι ήταν οι στόχοι της Ελλάδας με την επιχείρηση για κατάληψη της Κωνσταντινούπολης;
Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης ήταν εφικτή καθώς ο Ελληνικός Στρατός είχε ν’ αντιμετωπίσει μόλις 8.000 άνδρες των συμμαχικών δυνάμεων.
Οι «συνέπειες» από την ελληνική επιχείρηση στην Κωνσταντινούπολη που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος σε συνάντησή του με τον λόρδο Κόρζον στις 19 Σεπτεμβρίου/2 Οκτωβρίου 1922, «παρεπονέθη μετ’ αγανακτήσεως» για τη συμπεριφορά των Συμμάχων απέναντι στην Ελλάδα στην οποία απαγόρευσαν την προέλαση προς την Κωνσταντινούπολη. Ουσιαστικά δηλαδή ενέκρινε το ελληνικό σχέδιο.
Στις 17 (ή 19 Ιουλίου) οι Σύμμαχοι ύπατοι αρμοστές, οι Στρατηγοί και οι Ναύαρχοι που βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη παρακάθισαν σε πολεμικό συμβούλιο. Οι Γάλλοι ,που όλοι οι ιστορικοί συμφωνούν ότι ήταν αυτοί που αντιτάχθηκαν πρώτοι και με μεγαλύτερη σφοδρότητα στο ελληνικό σχέδιο, πρότειναν να ζητηθούν πειστικές εγγυήσεις ότι δεν θα υπάρξει καμία άλλη ελληνική κίνηση. Τα ελληνικά στρατεύματα που είχαν πρόσφατα σταλεί στη Θράκη έπρεπε να αποσυρθούν και οι ελληνικές στρατιωτικές και ναυτικές αποστολές που βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη να την εγκαταλείψουν.
Αργότερα οι Γάλλοι πρότειναν συμμαχικό αποκλεισμό των κυριότερων ελληνικών λιμανιών ή των λιμανιών που κατείχαν οι Έλληνες. Όμως αποφασίστηκε οι αρμοστές των Μεγάλων Δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη να συνεδριάσουν στη Βενετία στις 18 Αυγούστου 1922. Στη συνεδρίαση αυτή, θα προσκαλούνταν αντιπρόσωποι της Ελλάδας, της σουλτανικής κυβέρνησης και του Κεμάλ. Δυστυχώς η συνεδρίαση αυτή δεν έγινε ποτέ λόγω της επίθεσης του Κεμάλ και των τραγικών για την Ελλάδα αποτελεσμάτων της…
Μετά την οριστικοποίηση της αναστολής της ελληνικής επιχείρησης, Συμμαχική επιτροπή με επικεφαλής τον Στρατηγό Μομπέλι και ελληνική υπό τον Στρατηγό Βλαχόπουλο, καθόρισαν τη ζώνη, βάθους έξι χιλιομέτρων στην οποία θα αποσύρονταν τα ελληνικά στρατεύματα για να μην έχουν επαφή με τα συμμαχικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου