02 Ιουλίου, 2022

Αληθινη Ιστορία. «Τὸ φάρμακό σου ἔπιασε...»


 Ἦταν χαρούμενος τύπος ὁ Χριστόφορος. Ὁ εὐχάριστος τῆς παρέας. Μὲ τὰ ἀστεῖα του καὶ τὰ ἀθῶα πειράγματά του γινόταν ἀγαπητὸς σὲ ὅλους. Τὸ σπίτι του τὸ εἶχε δώσει μὲ ἀντιπαροχὴ καὶ ἔμενε στὸ ἕνα διαμέρισμα μὲ τὴ γυναίκα του, τὴ Σοφία. Τὰ ἄλλα τρία διαμερίσματα ποὺ τοῦ ἔδωσαν οἱ μηχανικοὶ μετὰ τὴ συμφωνία ποὺ ἔκαναν, τὰ νοίκιαζε, καὶ ζοῦσαν μὲ τὴ Σοφία ἄνετα. Ἔπαιρναν καὶ οἱ δυό τους καὶ μιὰ μικρὴ σύνταξη. Δὲν εἶχαν οἰκονομικὰ προβλήματα. Τὰ τρία παιδιά τους τὰ εἶχαν καλοπαντρέψει ἀπὸ καιρό. Καὶ τὰ τρία μάλιστα στὴν Ἐπαρχία. Ὅταν πήγαιναν τὰ καλοκαίρια νὰ τὰ ἐπισκεφθοῦν, δὲν τοὺς ἔκανε καρδιὰ νὰ φύγουν. Ζοῦσαν στὴν ὡραία Ζάκυνθο... Ὅλα κυλοῦσαν ἤρεμα γιὰ τὸν Χριστόφορο. Μὲ τὴν Ἐκκλησία ὅμως δὲν εἶχε καλὲς σχέσεις. Ἀραιὰ καὶ ποῦ πήγαινε, ἂν τύχαινε κανένα Μνημόσυνο, γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου. Τὸν ξυπνοῦσε τὸ πρωὶ τῆς Κυριακῆς ἡ γυναίκα του λέγοντάς του νὰ πᾶνε μαζὶ στὴν ἐκκλησία, μὰ αὐτὸς γύριζε ἀπὸ τὸ ἄλλο πλευρό. Ἔτσι περνοῦσε ὁ καιρός, ὥσπου ξαφνικὰ ἡ ὑγεία του ἄρχισε νὰ παίρνει τὸν κατήφορο. Ὁ ἄλλοτε χαρούμενος καὶ ὁμιλητικὸς Χριστόφορος ἔγινε λιγόλογος καὶ τὸ πρόσωπό του ἀρκετὰ χλωμό. Ὁ ὕπνος του τὰ βράδια ἦταν ἀνήσυχος, ταραγμένος. Πῆγε σὲ κάποιον γνωστό του γιατρό, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ τὸν ἐξέτασε ὥρα πολλή, τοῦ ἔγραψε συνταγὴ καὶ πῆρε φάρμακα ἠρεμιστικὰ γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ κοιμᾶται ἤρεμα τὸ βράδυ. Μὰ ἡ κατάσταση δὲν διορθωνόταν. Ἡ γυναίκα του τὸν ἔβλεπε σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση καὶ μάτωνε ἡ καρδιά της. Προσευχόταν νὰ τοὺς βοηθήσει ὁ Θεός. Κάποια στιγμὴ τῆς πέρασε ἀπὸ τὸ νοῦ ἡ Εὐφημία, ἡ ξαδέλφη τοῦ Χριστόφορου. Αὐτὴ μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει, σκέφθηκε. Αὐτὴ ἐκκλησιάζεται τακτικά, κοινωνάει συχνά, παρακολουθεῖ θρησκευτικὲς ὁμιλίες. Κάτι θὰ ξέρει περισσότερο ἀπὸ μᾶς. Καὶ τὴν πῆρε ἀμέσως στὸ τηλέφωνο. 

–Εὐφημία μου, εἶμαι ἡ Σοφία τοῦ Χριστόφορου. Τί κάνετε στὸ στίτι; Ὅλοι καλά; Ἐμεῖς δυστυχῶς ἔχουμε πρόβλημα σοβαρὸ μὲ τὸν Χριστόφορο. Ἂν μπορεῖς, ἔλα νὰ τὸν παρηγορήσεις. Ξέρεις ἐσύ. Καὶ σὲ ἀγαπάει ἐσένα πολύ. 

–Τί ἔχει, Σοφία μου; Πότε τοῦ παρουσιάστηκε; Δὲν θ’ ἀφήσει ὁ Θεός. Αὔριο πρωὶ θά ᾿ρθῶ, πρῶτα ὁ Θεός. 

Ὅταν τὸν εἶδε τὴν ἄλλη μέρα ἡ Εὐφημία, τῆς φάνηκε ἄλλος ἄνθρωπος. Τὸν φίλησε στὸ μέτωπο συγκινημένη καὶ τὸν ρώτησε: 

–Τί ἔχεις, ξάδελφε; Μὴν ντρέπεσαι! Πές μου τί σοῦ συμβαίνει. Τί σοῦ εἶπαν οἱ γιατροί; Ξέρεις πόσο σ’ ἀγαπάω ἀπὸ χρόνια. 

–Ἕνα ὄνειρο! Ἕνα ὄνειρο, εἶπε ξέψυχα τρέμοντας ὁ Χριστόφορος. 

–Τί ὄνειρο, ἐξάδελφε; Μὴν πιστεύεις στὰ ὄνειρα! 

–Δὲν πίστευα κι ἐγὼ ὣς τώρα. Τώρα ὅμως κάθε βράδυ βλέπω τὸ ἴδιο ὄνειρο. Βλέπω πονηρὰ πνεύματα ποὺ μὲ περιπαίζουν. Δὲν πιστεύω στὰ ὄνειρα, πῆρα καὶ φάρμακα γιὰ νὰ κοιμᾶμαι, μὰ τίποτε. Τὰ ἴδια κάθε βράδυ. 

–Αὐτὰ κάνει ὁ Σατανᾶς, ξάδελφε. Ἀφοῦ σοῦ ᾿δωσε ὁ γιατρὸς κατάλληλα φάρμακα καὶ δὲν σὲ πιάνουν, θὰ σοῦ συστήσω κι ἐγὼ χωρὶς χρήματα ἕνα φάρμακο ποὺ θὰ σὲ πιάσει ὁπωσδήποτε. Δὲν μοῦ λές, ἔχεις καιρὸ νὰ ἐξομολογηθεῖς καὶ νὰ κοινωνήσεις; Μίλα μου εἰλικρινά. 

–Οὔτε κἂν θυμᾶμαι, ξαδέλφη μου. Πάνω ἀπὸ 30 χρόνια πρέπει νά ᾿ναι. 

–’Αφοῦ δοκίμασες τόσα φάρμακα καὶ δὲν εἶδες ἀποτέλεσμα, δοκίμασε κι αὐτὸ τὸ σωτήριο φάρμακο τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ ἠρεμήσεις. Θὰ πᾶς σ’ ἕναν ἱερὸ Ναό, θὰ βρεῖς ἕναν Ἐξομολόγο, θ’ ἀνοίξεις τὴν καρδιά σου καὶ θὰ ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ ὅλα τὰ ἁμαρτήματά σου. Καὶ μὲ τὴν εὐλογία του θὰ μεταλάβεις, ὅταν σοῦ πεῖ, τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, τὸ Πανάχραντο Σῶμα καὶ τὸ Τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου μας. Καὶ ἂν ἔχεις πίστη, θὰ ἔλθει τὸ ἀποτέλεσμα. Σύμφωνοι, ξάδελφε; 

–Σύμφωνοι, Εὐφημία. 

Αὐτὸ καὶ ἔγινε. Ἔπειτα ἀπὸ λίγες μέρες ἡ Σοφία τηλεφώνησε τρισχαρούμενη στὴν Εὐφημία, ποὺ προσευχόταν θερμὰ στὸ Θεὸ ὅλες αὐτὲς τὶς μέρες γιὰ τὸν Χριστόφορο. 

–Εὐφημία μου, τὸ φάρμακό σου ἔπιασε! Τὸ πῆρα κι ἐγὼ μαζί του. Πήγαμε σὲ μιὰ ἐκκλησία κοντὰ στὸ Πανεπιστήμιο κι ἐξομολογήθηκε μὲ δάκρυα στὰ μάτια του, τὸ ἴδιο κι ἐγώ. Ὁ ἱερέας μᾶς διάβασε Εὐχὴ καὶ μᾶς ἐπέτρεψε νὰ κοινωνήσουμε. Τί νὰ σοῦ πῶ, Εὐφημία μου! Μετὰ τὴ θεία Κοινωνία ἔλαμπε τὸ πρόσωπό του. Ἔγινε ἄλλος ἄνθρωπος. Ἠρέμησε. Ἀλλὰ ἄκουσε τὸ ὄνομά σου καὶ θέλει νὰ σοῦ μιλήσει κι αὐτός. 

–Ξαδέλφη μου, τὸ φάρμακό σου ἔπιασε. Σ’ εὐχαριστῶ πολύ. Ἔφυγαν τὰ δαιμονικὰ ὄνειρα. Κοιμᾶμαι ἤρεμα. Δοξάζω τὸν Θεὸ ποὺ μὲ τὴ βοήθειά Του κοινώνησα καὶ μάλιστα μὲ δάκρυα. Καὶ θὰ κοινωνῶ πάντα. Ὁ Θεὸς νὰ σ’ ἔχει καλά, Εὐφημία. Ἡ Σοφία κι ἐγὼ σὲ εὐχαριστοῦμε θερμά. Θὰ χαροῦμε νὰ σὲ δοῦμε σύντομα καὶ στὸ σπίτι μας! 

–Θά ᾿ρθῶ, πρῶτα ὁ Θεός, τὸ συντομότερο νὰ σᾶς χαρῶ ἀπὸ κοντά. Δόξα τῷ Θεῷ!ΟΣΩΤΗΡ2157

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου