Ο ἅγιος ἔνδοξος Νεομάρτυρας Γεωργιος,
ποὺ ἑορτάζουμε στὶς 26
Μαρτίου, γεννήθηκε στὴ Σόφια
τῆς Βουλγαρίας τὸ 1407. Ἀπὸ μικρὸς
ἀγάπησε τὸν Κύριο μὲ εἰλικρινὴ καὶ ἄδολη
ἀγάπη, ἐφαρμόζοντας στὴ ζωή του μὲ
συνέπεια τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές. Ἦταν
νέος μὲ σπάνια εὐγένεια καὶ καθαρότητα
ψυχῆς. Καὶ ἡ ὡραιότητα αὐτὴ
ακτινοβολοῦσε καὶ στὴ μορφή του, δημιουργώντας
στοὺς γύρω του ἀνθρώπους κλίμα
ἐμπιστοσύνης καὶ συμπάθειας.
Στὴν ἡλικία τῶν 30 ἐτῶν βρίσκουμε τὸν
Γεώργιο νὰ ὑπηρετεῖ τὴ θητεία του στὸν
Ὀθωμανικὸ στρατό. Συνέβη κάποια μέρα
νὰ βρεθεῖ στὴν Ἀδριανούπολη τῆς
Θράκης γιὰ νὰ ἐπιδιορθώσει τὰ τόξα του
σὲ εἰδικὸ τεχνίτη. Τὴν ὥρα ἐκείνη, χωρὶς
νὰ δοθεῖ κάποια ἰδιαίτερη ἀφορμή, ὁ
τοξοποιὸς τεχνίτης ἄρχισε νὰ βλασφημεῖ τὸ
πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τότε ὁ Γεώργιος
δὲν ἄντεξε. Ὕψωσε φωνὴ διαμαρτυρίας
καὶ μὲ ἱερὴ ἀγανάκτηση ἀνταπάντησε
στὸν ὑβριστή: Ἕνας εἶναι ὁ μεγάλος καὶ
ἀληθινὸς Θεὸς καὶ πάνσοφος Δημιουργος,
ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἐνῶ ὁ
ἰδικός σας ὁ Μωάμεθ, ὁ λεγόμενος Προ
φήτης σας, εἶναι πλάνος.
Ἡ ὁμολογία τοῦ πιστοῦ στρατιώτη τοῦ
Χριστοῦ ἐρέθισε τοὺς παρευρισκόμενους
στὴν ἀγορὰ Τούρκους, ποὺ ὅρμησαν
ενάντια στὸν γενναῖο Ὁμολογητή.
Εξαγριωμένοι, ἀφοῦ τὸν ἔπιασαν καὶ τὸν ἔδεσαν
πισθάγκωνα, τὸν κτυποῦσαν ἀλύπητα
καὶ τὸν ἀπειλοῦσαν μὲ θάνατο. Καθὼς
ὅμως τὸν ἔφερναν μέσα ἀπὸ τοὺς δρό
μους στὸν Δικαστή, κάποιοι χαιρέκακα
προσπαθοῦσαν νὰ τὸν λογχεύσουν καὶ
ἄλλοι τὸν σημάδευαν μὲ τὰ τόξα τους. Ὁ
ὑποψήφιος ὡστόσο Μάρτυρας τοῦ
Χριστοῦ ψέλλιζε ἀτάραχος κι εὐτυχισμένος
τὸν ψαλμικὸ στίχο: «Μακάριοι οἱ ἄμωμοι
ἐν ὁδῷ, οἱ πορευόμενοι ἐν νόμῳ Κυρίου».
Ὁ Δικαστής, ὅταν ἀντίκρισε μπροστά
του τὸ νεότατο αὐτὸ παλληκάρι, τὸν
Γεώργιο, καὶ εἶδε ποὺ ἔλαμπε τόσο ἀπὸ
τὴ θεία Χάρι, τὸν συμπάθησε πολὺ καὶ
προσπάθησε νὰ τὸν συγκινήσει μὲ δῶρα
καὶ ταξίματα:
–Λυπήσου τὰ νιάτα σου. Ἔλα σὲ μᾶς!
Εἶναι τόσο εὔκολο. Ἄλλαξε τὴν πίστη
σου. Πάρε πίσω ὅσα εἶπες γιὰ τὸν Προ
φήτη μας. Καὶ νὰ ξέρεις, δῶρα πολλὰ καὶ
τιμὲς καὶ δόξα σὲ περιμένουν ἀπὸ μᾶς.
Ὁ Γεώργιος ὅμως ἄκουγε μὲ τέλεια
περιφρόνηση τὰ κολακευτικὰ λόγια τοῦ
Δικαστῆ. Ἄκαμπτος καὶ ἀσυμβίβαστος
τὸν κοίταξε στὰ μάτια καὶ θαρραλέα τοῦ
ἀπάντησε:
–Αὐτὸ ποὺ μοῦ ζητᾶς εἶναι ἀδύνατο νὰ
γίνει. Πιστεύω καὶ ὁμολογῶ ὅτι ὁ Κύριος
Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Δημιουργὸς Θεὸς
καὶ Σωτήρας τοῦ κόσμου καὶ βασιλεύει
αἰώνια. Τὴν ὥρα ἐκείνη τὸ πλῆθος τοῦ
κόσμου ἀκούγοντας τὴν ὁμολογία τοῦ
Γεωργίου, ἄρχισε μανιασμένο νὰ φωνάζει:
–Νὰ τιμωρηθεῖ ἀμέσως τώρα! Νὰ καεῖ
μπροστά μας ζωντανός! Ὁ Γεώργιος τότε
γαλήνιος στράφηκε στὸν Δικαστὴ καὶ τοῦ
εἶπε μὲ κάθε σοβαρότητα:
–Θὰ σοῦ χρωστῶ μεγάλη εὐγνωμοσύνη,
ἂν μὲ ἀξιώσεις μὲ τέτοιο εἶδος μαρτυρικου
θανάτου νὰ βρεθῶ κοντὰ στὸν Κύριο
μου καὶ νὰ ἑνωθῶ μαζί Του.
Ὁ Δικαστὴς ποὺ συμπαθοῦσε τὸν κα
τηγορούμενο βρέθηκε σὲ ἀμηχανία. Καὶ
διέταξε πρὸς τὸ παρὸν νὰ τελειώσει ἡ
συν εδρία καὶ νὰ ὁδηγήσουν τὸν Μάρ
τυρα στὴ φυλακή. Στὸν δρόμο ὁ Γεώρ
γιος δέχθηκε νέους ὀνειδισμοὺς γιὰ τὴν
ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλοι τὸν ἔφτυναν
εἰρωνικά, ἄλλοι τὸν χλεύαζαν χυδαῖα
καὶ ἄλλοι τὸν ἔσπρωχναν καὶ τὸν
κλωτσοῦσαν μὲ μίσος καὶ ὀργή. Ὁ Μάρτυρας
κοιτώντας τους ὅλους μὲ βλέμμα ἀνεξι
κακίας καὶ πονώντας γιὰ τὴ σκληρότη
τά τους, προσ ευχόταν στὸν Θεὸ νὰ τοὺς
συγχωρήσει.
Τὴν ἑπόμενη μέρα παρουσιάστηκαν οἱ
ἱεροδιδάσκαλοι τῶν Μωαμεθανῶν στὸν
Κυβερνήτη τῆς χώρας καὶ ἀπαίτησαν νὰ
θανατωθεῖ ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ
Γεώργιος, ποὺ τόλμησε καὶ βλασφήμησε
τὸν Προφήτη τους. Σὲ λίγο ἀκολούθησε
καὶ πάλι νέα δίκη. Ὁ Δικαστὴς προσπά
θησε νὰ καλοπιάσει μὲ περισσότερα τώ
ρα ταξίματα καὶ γλυκόλογα τὸν Γεώργιο.
Ὅμως αὐτὸ ἦταν τελείως ἀδύνατο. Ὁ Γε
ώργιος ἀσυμβίβαστος εἶχε προσανατο
λίσει σταθερὰ τὴν πορεία του πρὸς τὸν
οὐρανό. Ἀνυποχώρητος ὁμολόγησε γι᾿
ἀκόμη μιὰ φορὰ μὲ φωνὴ ἰσχυρὴ τὴν πίστη του:
–Ἀνήκω ὁλοκάρδια στὸν Χριστὸ καὶ γιὰ
χάρη Του δέχομαι ν᾿ ἀποθάνω.
Ὁ Δικαστὴς εἶχε νικηθεῖ. Καὶ παρόλο
ποὺ διαφωνοῦσε μὲ τὸ εἶδος τοῦ μαρ
τυρίου, ὑπέκυψε τελικὰ στὴν ἐπιθυμία
τοῦ ὀργισμένου πλήθους ποὺ φώναζε:
«Κάψτε τον τώρα στὴν πυρά, στὴν πυρὰ
τώρα!». Κι ἔτσι παραδόθηκε ὁ ἄκακος
καὶ ἁγνὸς Μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ στοὺς
δημίους, ποὺ εἶχαν ἤδη ἀνάψει μεγάλη
φωτιὰ μέσα στὸ κέντρο τῆς Ἀδριανουπό
λεως.
Φθάνοντας στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου,
ἕνας Τοῦρκος ἐπιτέθηκε ἔξαλλος ἐναντί
ον τοῦ γενναίου Ὁμολογητῆ καὶ τὸν τραυ
μάτισε μὲ μαχαίρι κοντὰ στὴν καρδιά. Τὸ
πρῶτο αἷμα τοῦ Μάρτυρα ἄρχισε νὰ πο
τίζει τὰ ξύλα γύρω ἀπὸ τὴ φωτιά. Τότε
γρήγορα οἱ δήμιοι τὸν ἅρπαξαν ζωντανό,
τὸν ἔκλεισαν σὲ ψάθινο κοφίνι καὶ τὸ πέ
ταξαν στὴ μέση τῆς φωτιᾶς. Φανατισμέ
νος ὁ ὄχλος ποὺ παρακολουθοῦσε, ἔριξε
μὲ μανία πάνω του ξύλα, ρετσίνι καὶ κλαδια.
Καὶ οἱ φλόγες λαμπάδιασαν, γιὰ νὰ
ἐξαφανισθοῦν τελείως τὰ ἴχνη τοῦ
μαρτυρικοῦ σώματός του.
Ἔτσι παρέδωσε ὁ τριαντάχρονος ἀ
θλητὴς τοῦ Χριστοῦ Γεώργιος τὴν ἁγια
σμένη του ψυχὴ στὸν Κύριο καὶ Θεό μας.
Καὶ ἦταν τότε Μεγάλη Τρίτη, 26 Μαρτί
ου τοῦ ἔτους 1437. Ἐπάνω ἀπὸ τὴν ἱερὴ
στάχτη τοῦ σεπτοῦ του λειψάνου, φωτεινος
οὐράνιος στύλος γιὰ πολλὲς ἡμέρες
ἀκτινοβολοῦσε ἕνα ὑπερκόσμιο φῶς.
Μὲ τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ σημεῖο ἐπιβεβαίω
νε ὁ Κύριος τὴν εὐαρέσκειά Του πρὸς τὸν
γενναῖο Του Μάρτυρα. Καὶ οἱ Χριστιανοὶ
δόξαζαν τὸν Θεὸ γιὰ τὸ μέγα θαῦμα ποὺ
ἔβλεπαν.
Εἴθε διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου ἐνδό
ξου Νεομάρτυρος Γεωργίου τῆς Σόφιας
νὰ ἀναδειχθοῦμε καὶ ἐμεῖς ἀντάξιοι συνε
χιστὲς τοῦ πνεύματός του, τῆς ἡρωικῆς
του ὁμολογίας. Καὶ ἄν ὁ Θεὸς τὸ ἐπιτρέ
ψει, νὰ φανοῦμε καὶ ἄξιοι μιμητὲς τοῦ σε
πτοῦ μαρτυρίου του. Ἀμήν.ΟΣΩΤΗΡ2217
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου