27 Απριλίου, 2024

Ομιλιες του Μητροπολίτου Πολυανής και Κιλκισίου Αποστόλου Μερος 1ο

 

Δημήτριος Κ. Χοϊλούς

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ 

Ο Μητροπολίτης Πολυανής και Κιλκισίου  Απόστολος Παπακωνσταντίνου (1924-2009)  

α. Τα παιδικά και νεανικά του χρόνια 

Ο Απόστολος Παπακωνσταντίνου γεννήθηκε στις 23 Απριλίου 1924 στον Αλμυρό Μαγνησίας. Ο πατέρας του Λυσίμαχος καταγόταν από τους Άνω Κοκωτούς της ίδιας περιοχής, ενώ η οικογένεια της μητέρας του, Δήμητρας Κορωναίου, ήταν ναυτικοί από τα Κύθηρα που εγκαταστάθηκε στον Αλμυρό την εποχή που είχε λιμάνι με εμπορική κίνηση. Η δύσκολη εγκυμοσύνη της μητέρας του και ο φόβος, μήπως χαθεί και το τέταρτο στη σειρά παιδί της, την οδήγησαν στο ιερό προσκύνημα του τοπικού Αγίου Αποστόλου του Νέου στο χωριό Άγιος Λαυρέντιος του Πηλίου, όπου επικαλέστηκε τη χάρη του, για να γεννηθεί το παιδί της και να του δώσει το όνομα του Νεομάρτυρα Αγίου. Γι’ αυτό τον λόγο στη μοναχική κουρά, 26 χρόνια αργότερα, και στις χειροτονίες που ακολούθησαν διατήρησε το όνομα του νεομάρτυρα Αγίου Αποστόλου του Νέου. Ακόμη και όταν οι Ζακυνθινοί του ζήτησαν πριν από την εις Επίσκοπον χειροτονία του να πάρει το όνομα του Αγίου Διονυσίου πολιούχου του νησιού, η μητέρα του υπενθύμισε το θαύμα που η ίδια έζησε με τη μεσιτεία του νεομάρτυρα Αποστόλου του Νέου και τον έφερε στη ζωή.  Παρακολούθησε τα εγκύκλια γράμματα στον Βόλο, όπου μετακόμισαν οι γονείς του και τα τρία παιδιά τους Κωνσταντίνος, Αιμιλία και Απόστολος για επαγγελματικούς λόγους του πατέρα του. Το 1942, παρά τη δυσαρέσκεια των γονέων του, εγγράφηκε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών κι έγινε δόκιμο μέλος της Ιεραποστολικής Αδελφότητας «Η Ζωή», όπου εργαζόταν, για να περατώσει τις σπουδές του. Με τη δυσλειτουργία των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων στην περίοδο της κατοχής,  πήρε το πτυχίο του το έτος 1948.  Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στα  χρόνια του εμφυλίου στη Δυτική Μακεδονία, επιτελώντας παράλληλα κηρυκτικό και κατηχητικό έργο στους στρατιώτες και σε ομάδες νέων στα μετόπισθεν, στα Τρίκαλα, την Καστοριά και το Νεστόριο. Από αυτή την περίοδο πολλοί νεαροί μαθητές του κατέλαβαν αργότερα σπουδαίες θέσεις στην κοινωνία και διατηρούσαν πάντα μία αγαθή μνήμη από την παρουσία του και όσα τους δίδασκε.33  

β. Η είσοδος στις τάξεις του κλήρου 

Χειροτονήθηκε διάκονος από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Σπυρίδωνα Βλάχο το καλοκαίρι του 1950 και διορίστηκε Ιεροκήρυκας από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Ιερά Μητρόπολη Σερβίων και Κοζάνης, ύστερα από αίτημα του τότε επιχωρίου Επισκόπου Κωνσταντίνου (Πλατή). Οι ανάγκες πνευματικής στήριξης των ακριτικών περιοχών ήταν πολύ έντονες, οι θεολόγοι κληρικοί σπάνιοι και γι αυτόν τον λόγο τότε και οι διάκονοι μπορούσαν να διοριστούν ως Ιεροκήρυκες. Όσον καιρό ήταν διάκονος, μέχρι το έτος  1954, επιτελούσε πλούσιο κηρυκτικό και κατηχητικό έργο. Επισκεπτόταν όλα τα χωριά της υπαίθρου με πολλές δυσκολίες στις μεταφορές στους κακοτράχαλους τότε δρόμους. Εκεί  οι κάτοικοι τον άκουγαν με ενδιαφέρον, αλλά και ο ίδιος άκουγε τον πόνο και τα προβλήματά τους. Μια βασική τους αγωνία ήταν η διαβίωση των παιδιών τους στην Κοζάνη και τα Σέρβια, όπου φοιτούσαν στο εξατάξιο σχολείο.  Όταν ο ίδιος τα επισκεπτόταν, όπως του είχαν ζητήσει οι γονείς τους,  αντίκριζε παιδιά συσσωρευμένα σ’ ένα δωμάτιο, χωρίς συνθήκες υγιεινής με προβληματική διατροφή. Ενώ τα κορίτσια δεν είχαν καμία δυνατότητα να φοιτήσουν στην πόλη. Η εικόνα αυτή τον οδήγησε στη δημιουργία οικοτροφείων. Παράλληλα δαπανούσε τον υπόλοιπο χρόνο του στην ιστορική Βιβλιοθήκη της Κοζάνης, μελετώντας τους αρχαίους κλασικούς συγγραφείς και τους Πατέρες της Εκκλησίας.  Το ανέκδοτο που κυκλοφορούσε ήταν ότι άνοιγε κι έκλεινε τη Βιβλιοθήκη μαζί με τον βιβλιοφύλακά της και μελετούσε μαζί με λίγους ακόμη νεαρούς που ετοιμάζονταν για ανώτερες σπουδές. 34 Το φθινόπωρο του 1954 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Μητροπολίτη Σερβίων και Κοζάνης Κωνσταντίνο στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Κοζάνης. Πήρε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτη και εξομολόγου κι έκτοτε αφιέρωσε όλον του τον χρόνο μέχρι το 1967 στη θεία λατρεία, στο κήρυγμα, την ιερά εξομολόγηση, τα κατηχητικά σχολεία και τα έργα υποδομής, οικοτροφεία, εντευκτήρια και κατασκηνώσεις. Όλα αυτά έγιναν με τον οβολό ή τις δωρεές ευλαβών κατοίκων της περιοχής, για την ποιμαντική προσέγγιση και τη συμβολή στην πνευματική ανόρθωση της κοινωνίας της εποχής.  Ίδρυσε τέσσερα μαθητικά οικοτροφεία, δύο στην πόλη της Κοζάνης και δύο στα Σέρβια, για να μπορούν να φοιτούν απρόσκοπτα στο Γυμνάσιο μαθητές και μαθήτριες από τα χωριά της περιφέρειας. Οι μαθήτριες των οικοτροφείων του απέδιδαν πάντοτε την ευγνωμοσύνη τους, γιατί, αν δεν υπήρχαν τα οικοτροφεία, δεν θα μπορούσαν ποτέ να έχουν το πολύτιμο τότε Απολυτήριο Γυμνασίου και μια διαφορετική πορεία στη ζωή. Από το ίδιο ενδιαφέρον για τη μεταπολεμική νεολαία λειτούργησαν και σφύζοντα εντευκτήρια για τη δημιουργική απασχόληση των παιδιών στον ελεύθερο χρόνο τους καθώς και ορεινές κατασκηνώσεις.  Στην εξομολόγηση διακρινόταν για το πνεύμα ευρύτητας και φιλανθρωπίας και στην προσωπική του ζωή για τη λιτότητα, την άοκνη εργατικότητα και την ευαισθησία για τους πάσχοντες. Ο μισθός του μοιραζόταν πάντοτε για τους ασθενείς, τους φυλακισμένους, τους χρεοφειλέτες και τους άπορους μαθητές.  Το 1965 ο τότε Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός πρότεινε στον Ιεροκήρυκα της Επαρχίας του να γίνει Επίσκοπος. Εκείνος αρνήθηκε επίμονα, δηλώνοντας ότι επιθυμεί να παραμείνει στην Κοζάνη, για να συνεχίσει το έργο που επιτελούσε. Ύστερα από διαρκή επιμονή του επιχωρίου Επισκόπου και ικανού αριθμού συνοδικών Αρχιερέων μετά δύο χρόνια δέχτηκε να είναι υποψήφιος για τη χηρεύουσα από καιρό Ιερά Μητρόπολη Ζακύνθου, μετά την εκδημία του Μητροπολίτη Αλεξίου Ιγγλέση (+1966).   

γ. Μητροπολίτης Ζακύνθου (1967-1974) 

Χειροτονήθηκε Επίσκοπος στις 27 Ιουνίου του 1967 στην Αγία Ειρήνη Αθηνών, από τους τότε Μητροπολίτες Πατρών Κωνσταντίνο (Πλατή), Εδέσσης και Πέλλης Καλλίνικο (Πούλο)35 και Κερκύρας και Παξών Πολύκαρπο (Βαγενά). Στις 10 Ιουλίου 1967 εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μητρόπολη Ζακύνθου.  Η αρχιερατεία του στη Ζάκυνθο χαρακτηρίστηκε από τη λιτότητα και την απλότητα του βίου του, την φιλανθρωπία του, για τους πάσχοντες και το ενδιαφέρον του για την προσέγγιση των νέων. Από τις πρώτες φροντίδες του υπήρξε η δημιουργία Οικοτροφείων στο Καταστάρι και τη χώρα, για τους μαθητές και τις μαθήτριες από τα χωριά που φοιτούσαν στα εκεί Γυμνάσια ή τα φροντιστήρια, ώστε να βρίσκουν κατάλυμα και σίτιση. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ίδρυσε Σχολή Κοπτικής και Ραπτικής για κορίτσια, με εξαιρετική απήχηση.  Στο Λόγγο του Αγίου Διονυσίου, ένα παραθαλάσσιο εκκλησιαστικό κτήμα που ήταν προίκα της μητέρας του Αγίου Διονυσίου, γνώρισαν εξαιρετική άνθηση μαθητικές και φοιτητικές κατασκηνώσεις. Απευθύνονταν στους νέους της Ζακύνθου αλλά και σε νέους από την υπόλοιπη, κυρίως τη Βόρεια, Ελλάδα. Εκτός από τον ποιμαντικό στόχο, η επιθυμία του ήταν να επισκεφτούν οι νέοι το νησί, να γνωρίσουν την επτανησιακή παράδοση και να προσκυνήσουν το λείψανο του Αγίου Διονυσίου.  Επόμενο βήμα υπήρξε η ίδρυση πολυδύναμου Πολιτιστικού Κέντρου για τη δημιουργική απασχόληση των νέων της εποχής εκείνης με εντευκτήρια, χώρους προβολών, διαλέξεων και βιβλιοθήκη. Πρόλαβε μόνον να το θεμελιώσει.   

-24-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου