12 Απριλίου, 2024

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΣΤΑΘΜΟΙ ΖΩΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΓΕΙΑΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΥ 6ο ΜΕΡΟΣ

 
Στα μέσα του 1951, ο π. Αμφιλόχιος αισθανόμενος την ανάγκη να ανταποδώσει την ευχαριστία του στην κοινωνία της Αίγινας, για την εγκάρδια και γενναιόδωρη φιλοξενία τους στα χρόνια της εξορίας του, προχώρησε στην ίδρυση μοναστηριού αφιερωμένο στον άγιο Μηνά132 . Η περιοχή όπου οικοδομήθηκε η μονή ήταν κοντά στο αρχαίο ιερό της Αφαίας Αθηνάς και αποτελούσε δωρεά πνευματικού παιδιού του133, που περιελάμβανε ήδη ναΰδριο αφιερωμένο στον άγιο Μηνά. Δύο κατά σάρκα αδελφές από την Αθήνα και πνευματικά τέκνα του π. Αμφιλοχίου απετέλεσαν τον πρώτο πυρήνα της αδελφότητας, η οποία σύντομα αύξησε το δυναμικό της και επεκτάθηκε κτιριακά συγκροτώντας το «Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Μηνά Αιγίνης» και ανεγείροντας νέο, μεγαλύτερο ναό134. Η συνδρομή του αγίου Αμφιλοχίου στην πνευματική αλλά και κτιριακή αύξηση και εδραίωση της νέας μονής υπήρξε παραδειγματική: «…Με ιερόν ενθουσιασμόν ο ίδιος ποδηγετεί και σκέπει το λογικόν ποίμνιον, διεκπεραιώνει εργασίας, υλοποιεί σχέδια, πραγματοποιεί ταξίδια, εκτελεί χρέη εφημερίου…» 135 . Τελικά υπό την πίεση δεσμεύσεων και καθηκόντων, επιστρέφει, παρά τη θέλησή του, στην Πάτμο και αναθέτει την πνευματική ποδηγεσία της μονής στον πνευματικό του αδελφό αρχιμανδρίτη Φιλόθεο Ζερβάκο136 (Ο μακαριστός ηγούμενος της Μονής Δοχειαρίου Αγίου Όρους Γρηγοριος , διατυπώνει την άποψη ότι υπήρξε ρήξη του Γέροντα με την ηγουμένη της μονής και κατόπιν δικής της επιθυμίας και παρέμβασης, ανέλαβε πνευματικός καθοδηγητής ο γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος της Πάρου και επέστρεψε ο π. Αμφιλόχιος στην Πάτμο. Βλ.: Γρηγορίου, Πνευματική Συμπόρευσις, σ.56-57) 
. Λίγα χρόνια αργότερα με Βασιλικό Διάταγμα του 1955, η «Ιερά Μονή Ευαγγελισμού» Ικαρίας, η οποία είχε ιδρυθεί στα τέλη του 18ου αιώνα από τους Κολλυβάδες πατέρες, ιερομόναχο Νήφωνα και άγιο Μακάριο Νοταρά, επίσκοπο Κορίνθου, και είχε στο μεταξύ ερημωθεί, αναδιαρθρώθηκε και άρχισε την επαναλειτουργία της ως γυναικεία137. Ο άγιος Αμφιλόχιος συνεισέφερε τα μέγιστα σ’ αυτή την προσπάθεια. Έκανε τις κουρές της ηγουμένης Χριστονύμφης και των μοναζουσών και επί μία δεκαετία δίδασκε και καθοδηγούσε πνευματικά τη νεοσύστατη αδελφότητα138, και οι πνευματικοί δεσμοί που αναπτύχθηκαν με το μοναστήρι του «Ευαγγελισμού» στην Πάτμο, διατηρήθηκαν 139 και μετά την κοίμηση του140 (Η αδελφότητα της Ιεράς Μονής «Ευαγγελισμού» Ικαρίας, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και για λόγους συνυφασμένους με την κοινωνική απόρριψη της εκ μέρους μερίδας των κατοίκων του νησιού, αναγκάστηκε να μεταφυτευτεί σύσσωμη στο Σιδηρόκαστρο Σερρών, όπου ίδρυσε την Ι. Μ. αγίων Κηρύκου και Ιουλίτης˙ απόφαση που λύπησε ιδιαίτερα τον άγιο Αμφιλόχιο. Βλ.: Γρηγορίου, Πνευματική Συμπόρευσις, σ.70-71). Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 έγινε και η έναρξη της λειτουργίας της μονής «Παναγία η Ελεούσα» στην Κάλυμνο στην τοποθεσία Ρότσο. Στην πραγματικότητα τα θεμέλια του μοναχισμού στην Κάλυμνο είχαν τεθεί χρόνια πριν, κατά τις πρώτες ιεραποστολικές εξορμήσεις του Γέροντα στα νησιά της ιταλοκρατούμενης τότε Δωδεκανήσου και της κατηχητικής δράσης της νεαρής δασκάλας Καλλιόπης Γούναρη141. Το 1953 συστήνεται το «Ίδρυμα του ελέους». Απαρτίζεται από τέσσερεις γυναίκες και στεγάζονται στο σπίτι της Αικατερίνης Βουβάλη. Αργότερα προστίθενται ακόμα δύο μέλη και δραστηριοποιούνται σε διάφορες ιεραποστολικές δράσεις, εντός του νησιού, με κατηχητικά, κύκλους μελέτης της Αγίας Γραφής και εθελοντική προσφορά στο βιβλιοπωλείο «Λύχνος» και στο «Βουβάλειο Νοσοκομείο Καλύμνου». Σύντομα όλα τα μέλη του Ιδρύματος κείρονται μοναχές και η γυναικεία αδελφότητα εγκαθίσταται στο εξοχικό της Αικατερίνης Βουβάλη, στο Ρότσο της Καλύμνου, όπου χτίζεται και ναός αφιερωμένος στην «Παναγία την Ελεούσα»142. Η νεοσύστατη μονή τελεί υπό την πνευματική επιστασία του «Ευαγγελισμού» και την άγρυπνη επίβλεψη του π. Αμφιλοχίου και της ηγουμένης Ευστοχίας, που την οργανώνουν σύμφωνα με τα μοναχικά ιδανικά του Γέροντα, για πνευματική άσκηση και ιεραποστολή143 . Μετά την κοίμηση του π. Αμφιλοχίου, σύμφωνα με δική του υπόδειξή (θαυμαστη εμφανεια του αγιου), ανέλαβε την μονή το πνευματικό του τέκνο Αμφιλόχιος Τσούκος 144 («…“Και πού θα μας αφήσετε, Γέροντα, που έχομε τόση ανάγκη;” “Για σας θεωρώ κατάλληλο τον π. Αμφιλόχιο” (Τσούκο)…» Ο Γέροντάς μας, σ.98) , μετέπειτα Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας και νυν Μητροπολίτης Γάνου και Χώρας. 

Ίδρυμα Άγιος Νεκτάριος – Χανιά 

Ο πνευματικός σύνδεσμος της Πάτμου με την Κρήτη ξεκινάει από τους αποστολικούς χρόνους και στο πέρασμα των αιώνων αναδείχτηκαν πνευματικά αναστήματα και συνήφθησαν ισχυροί δεσμοί μεταξύ των δύο νησιών. Η σχέση του αγίου Αμφιλοχίου με την μεγαλόνησο, και πιο συγκεκριμένα με την πόλη των Χανίων, αποτελεί φυσική συνέχεια αυτής της μακράς παράδοσης. Πρώτος καρπός της πνευματικής σποράς του Γέροντα στο νησί, υπήρξε ο τότε μαθητής Μιχαήλ Παπουτσάκης και κατοπινός Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Τιμόθεος, ο οποίος, όταν ήταν ακόμη αρχιμανδρίτης τον έφερε σε επαφή με το ζεύγος Κουφάκη. Η γνωριμία και η σχέση, που στη συνέχεια αναπτύχθηκε, με τον Στέφανο και την Μαρίκα Κουφάκη αποτέλεσε τη βάση της ιεραποστολικής δράσης του αγίου Αμφιλοχίου στην μεγαλόνησο145 . Με κριτήριο την εμπειρία του από τα ορφανά της Ρόδου και την ανάγκη τους για πνευματική και υλική προστασία, σε συνδυασμό με τις ικανότητες και δυνατότητες που διέβλεψε στο πρόσωπο της Μαρίκας Κουφάκη146, προχώρησε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στη συγκρότηση «…ευαγούς Ιδρύματος, διά την προστασίαν και αποκατάστασιν ορφανών και απόρων κορασίδων, προσέτι δε και δι’ άλλους παρεμφερείς κοινωνικούς και ιεραποστολικούς σκοπούς…» επ’ ονόματι του αγίου Νεκταρίου 147 . Το καλοκαίρι του 1960 έθεσε τα θεμέλια ναού αφιερωμένου στον αγαπημένο του άγιο και σύντομα προσκόμισε ο ίδιος τεμάχιο του λειψάνου του αγίου, ταξιδεύοντας για το λόγο αυτό μέχρι την Αίγινα148 (Γρηγορίου, Πνευματική Συμπόρευσις, σ.72-73, όπου περιγράφεται το θαύμα της ευωδίας το λειψάνου του αγίου Νεκταρίου, που ανάγκασε τον Γέροντα να το θέσει σε προσκύνηση των ταξιδιωτών). Η προσφορά του Ιδρύματος στην τοπική κοινωνία των Χανίων, αλλά και στην ευρύτερη της Κρήτης, εξακολουθεί ως τις μέρες μας και αποτιμάται θετικά149.

«Γερβάσειος Στέγη Θηλέων Καλύμνου» 

Το 1951 ο μητροπολίτης Καλύμνου, Λέρου και Αστυπάλαιας κυρός Ισίδωρος ίδρυσε στην Κάλυμνο ορφανοτροφείο με την ονομασία «Γερβάσειος Στέγη Θηλέων Καλύμνου» και ζήτησε από τον π. Αμφιλόχιο να αναλάβει την διεύθυνση του κάποια μοναχή του «Ευαγγελισμού». Ο Γέροντας φροντίζοντας να ικανοποιήσει την επιθυμία του μητροπολίτη έστειλε το 1962 150 την δασκάλα και δόκιμη τότε μοναχή του «Ευαγγελισμού», Ειρήνη Καρπαθίου, να αναλάβει αυτή την διακονία και λίγα χρόνια αργότερα (1966),ως βοηθό της, την επίσης δόκιμη Σμαράγδα Γεωργιάδου. Η προσπάθειά τους υπήρξε επιτυχής, καθώς πολλά νήπια βρήκαν στέγη, θαλπωρή, χριστιανική διαπαιδαγώγηση και σχολική εκπαίδευση και κόσμησαν αργότερα την κοινωνία της Καλύμνου151 . 

Ησυχαστής στον «Ευαγγελισμό» και στο «Κουβάρι» 

Την τελευταία δεκαετία της ζωής του ο άγιος Αμφιλόχιος προτιμά τη μόνωση και την ησυχία, όσο αυτό του είναι δυνατό, με πρωταρχική του μέριμνα την αυτοσυγκέντρωση και την πνευματική περισυλλογή «…ίνα εξετάση εαυτόν εν όψει του θανάτου…» 152. Μοιράζει έτσι το χρόνο του ανάμεσα στον «Ευαγγελισμό» και το «Κουβάρι», ενώ παράλληλα επιστατεί στα έργα της ζωής του και φροντίζει για την κτιριακή επέκταση του «Ευαγγελισμού» και την κανονική αναγνώριση του από την Μεγάλη Μονή του Θεολόγου153 .

 Ασθένεια και κοίμηση 

Ο άγιος Αμφιλόχιος δεν διακρινόταν για την ισχυρή κράση του και η υγεία του ήταν πάντα επισφαλής. Τα τελευταία, ωστόσο, χρόνια της ζωής του η γενική κατάστασή του επιδεινώθηκε, με κύρια ασθένεια τον σακχαρώδη διαβήτη και σοβαρές καρδιολογικές ενοχλήσεις. Το 1968 μετέβη στην Αθήνα για εξετάσεις ενώ, ταυτόχρονα, δεν έπαυσε να επιτελεί την ποιμαντική του διακονία154. Από τον επόμενο χρόνο τα άνωθεν μηνύματα για την εκδημία του πυκνώνουν και φροντίζει να προετοιμάζει κατάλληλα τις μοναχές και τα πνευματικά του παιδιά155, δίνοντας τις τελευταίες συμβουλές και πνευματικές παρακαταθήκες156 . Τελικά, μετά από μια ολιγοήμερη ασθένεια, παρέδωσε το πνεύμα του ειρηνικά την τελευταία Πέμπτη της μεγάλης τεσσαρακοστής του 1970 στις 16 Απριλίου, αφήνοντας δυσαναπλήρωτο κενό πίσω του αλλά και έντονο το άρωμα της αγιότητας.

32

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου