20 Μαΐου, 2024

Ομιλιες του Μητροπολίτου Πολυανής και Κιλκισίου Αποστόλου Μερος 20ο

 
5. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ 

α. Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου και η σωτηρία των ανθρώπων 

Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού και η σημασία της για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους αναφέρεται συχνά στις ομιλίες που μελετήσαμε. Ο Επίσκοπος με ορολογία δανεισμένη από την ευχή της θείας Λειτουργίας, 287 τον Απ. Παύλο288 και την υμνολογία της Εκκλησίας 289 εξηγεί τη θεία συγκατάβαση: «από Θεός ανέκφραστος, ακατάληπτος και απερίγραπτος πήρε με τη θέλησή του μορφή δούλου, μορφή ανθρώπου, για να μας λυτρώσει από την αμαρτία και το θάνατο…πήρε εκείνος τη δική μας εικόνα ατρέπτως χωρίς δηλαδή να χάσει την θεότητά του». 290 Σε άλλη συνάφεια συνεχίζει με τρόπο εύληπτο να διδάσκει στο εκκλησίασμα της Κυριακάτικης θείας λειτουργίας τη Χριστολογία, το μυστήριο των δύο φύσεων του Χριστού, την πρόσληψη του ανθρώπινου από το θείο ασυγχύτως και αδιαιρέτως: «Στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού ενώθηκαν «ασυγχύτως και αδιαίρέτως» οι δύο φύσεις. Η θεία και η ανθρώπινη. Έτσι μας διδάσκει η Εκκλησία μας. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς παραμένει διαρκώς ομοούσιος με τον Πατέρα και με το Πνεύμα το Άγιο. Συγχρόνως όμως και μέτοχος και κοινωνός της ανθρώπινης φύσης. Είναι, λοιπόν, ο Χριστός ο μόνος απόλυτα οικείος με τον Θεό πατέρα αλλά και απόλυτα οικείος με τον άνθρωπο». 291 Επίσης, με απλά λόγια εξηγεί τη θεμελιώδη πατερική θέση για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, που απετέλεσε και την απάντηση στις χριστολογικές έριδες: «η ανθρώπινη φθαρτή και διεστραμμένη μας φύση βρίσκει τη σωτηρία της στο πρόσωπο του θεανθρώπου Ιησού. Η θεία φύση προσλαμβάνει ολάκερη την ανθρώπινη για να την θεραπεύσει, να την αναστήσει, να τη θεώσει». 292 Η ανθρώπινη φύση που προσέλαβε ο Υιός του Θεού θεώνεται, διότι συνθάπτεται κα συνανίσταται μαζί του. Η σωτηρία του ανθρώπου, λοιπόν, διδάσκει ο Επίσκοπος, εκτός από την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού, προϋποθέτει τον θάνατό Του στον Σταυρό και την τριήμερη εκ του τάφου Ανάσταση: «Προσέλαβε ο Θεός την ανθρώπινη φύση, για να ανασύρει και να σώσει τον άνθρωπο που υποτάχθηκε στη φθορά και παντρεύτηκε τον θάνατο». 293 Σε άλλο σημείο με λέξεις που παραπέμπουν στην πατερική θεολογία για την κτιστή και άκτιστη δημιουργία και τη θεία συγκατάβαση, κωδικοποιεί επιγραμματικά τη σωτηριολογία ως εξής: «ο Χριστός είναι εκείνος που ένωσε στο πρόσωπό του το θείο και το ανθρώπινο, το γήινο και το ουράνιο, το τωρινό με το αιώνιο..». 294 Και ανακεφαλαιώνει με μία λιτή περιγραφή του πάθους και της αναστάσεως εκ του τάφου, όλου του ανθρώπινου γένους: «…σταυρώνεται, ενταφιάζεται και παραμένει τριήμερος ανάμεσα στους νεκρούς, ανασταίνεται την επομένη του σαββάτου εκ νεκρών και μαζί του συνανασταίνεται όλη η φθαρτή και θνητή ανθρώπινη φύση». 295 Την παραπάνω τοποθέτηση την ενισχύει και με την θεολογική διατύπωση πως «Ο Χριστός ο Υιός και Λόγος του Θεού  πήρε ανθρώπινη μορφή και προσέλαβε την ανθρώπινη φύση σε τέτοιο βαθμό ώστε το πρόσωπου του να βλέπουμε οι χριστιανοί το Θεό και τον άνθρωπο μαζί, τον τέλειο Θεό και τον τέλειο άνθρωπο»296 Οι ομιλίες μεταδίδουν το μήνυμα της ελπίδας πως η σωτηρία του ανθρώπου είναι πλέον βέβαιη297, εφόσον «ο απρόσιτος Θεός ο Υιός και Λόγος του Θεού προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση και γίνεται προσιτός στον άνθρωπο, γίνεται ο πλησίον». 298 Επίσης ο Θεός που μας χαρίζει τη ζωή και την ανάσταση «δεν είναι μια απρόσωπη δύναμη, αλλά συγκεκριμένο πρόσωπο είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός που μας αγαπά». 299 Ενώ σε άλλο σημείο, επανέρχεται, ώστε να εμπεδώσουν οι ακροατές με λίγες ακόμη γραμμές τη Χριστολογία της Εκκλησίας μας: «ο δικός μας Θεός δεν είναι μόνον πνεύμα, ασύλληπτος ακατάληπτος και απρόσιτος. Πήρε τη δική μας φύση και στο πρόσωπο του θεανθρώπου υπάρχουν ασυγχύτως και αδιαιρέτως οι δύο φύσεις. Η θεία φύση προσέλαβε όλη την ανθρώπινη για να την μεταμορφώσει σε θεία…έκτοτε ο Υιός και Λόγος παραμένει πάντοτε ο Θεάνθρωπος. Ο άνθρωπος μέσα στην αγάπη του Θεού και ο Θεός μέσα στον άνθρωπο». 300 Σε μία άλλη συνάφεια εξηγεί τη θεία συγκατάβαση να προσλάβει η θεότητα την ανθρωπότητα, χρησιμοποιώντας την πατερική διάκριση κτιστού και ακτίστου, χρονικού και άχρονου:301 «Ο Θεός είναι μακρινός και απρόσιτος, γιατί δεν περιέχεται μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Και εμείς που είμαστε δημιουργήματά του δεν τον φτάνουμε…μάς φθάνει ο ίδιος, μάς προσεγγίζει με την αγάπη του, την πρόνοιά του, τη φιλανθρωπία του και είναι κοντινός, ώστε έγινε άνθρωπος για εμάς». 302

-76-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου