18 Ιουλίου, 2024

Η ΟΣΙΑ ΜΕΛΩ ΣΤΗ ΒΟΥΡΡΙΝΑ ΤΗΣ ΚΩ ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ / 6ο

 Ὑπογραμμίζει δέ τούς δεσμούς του μέ τά μοναστικά ἱδρύματα τοῦ νησιοῦ23. Μέ αὐτές τίς παρατηρήσεις ὁδηγούμαστε στή διαπίστωση ὅτι, τουλάχιστον κατά τόν 11ο αἰῶνα, ὁ μοναχισμός στήν Κῶ βρισκόταν σέ ἔντονη κινητικότητα, ἐπηρεάζοντας ὄχι μόνο τόν χῶρο τοῦ νησιοῦ, ἀλλά καί τά μικρασιατικά παράλια καί τίς παρακείμενες νήσους. Παρά ταῦτα, δέν διατηρήθηκε μέχρι τῶν ἡμερῶν μας κάποια μεγάλη Μονή, ὅπως π.χ. τῆς Πάτμου, ἡ ὁποία ἂν καί στήν ἀρχή τῆς πορείας της στηρίχθηκε στά μέσα πού τῆς παρεῖχε ὁ πλοῦτος τῆς Κῶ, σύντομα πορεύθηκε αὐτόνομα καί ἀνεξάρτητα στήν ἱστορία, ἀκτινοβολώντας σέ ὅλη τήν Ὀρθοδοξία. Στήν Κῶ ταίριαζε ὁ ἡμιαναχωρητικός ἀσκητικός βίος μέ μικρές σκῆτες (π.χ. τά δύο δωμάτια τοῦ μον. Σκηνουρίου στό ὄρος Δίκαιος), οἱ ὁποῖες πρόσφεραν μία πιό εὐέλικτη μορφή ἀσκήσεως. Ἦταν γιά παράδειγμα ἐφικτό νά ἀλλάξουν τόπο ἀσκήσεως κάποιος ἢ κάποιοι πατέρες πού ἀναζητοῦσαν κάτι διαφορετικό (π.χ. περισσότερο ἢ λιγότερο ἀπομονωμένο καί δύσβατο τόπο). Ἰδιαίτερα σημαντικά καί ἐνδεικτικά τοῦ τρόπου λειτουργίας τοῦ κωακοῦ μοναχισμοῦ εἶναι τά μετόχια τῆς μονῆς Πάτμου, τά ὁποῖα εὑρίσκονταν στήν Κῶ. Δέν ἀναπτύσσονταν αὐτόνομα καί ἀνεξάρτητα ἀλλά ἦταν στενότατα συνδεδεμένα μέ τή μονή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Στούς αἰῶνες πού ἀκολούθησαν, στήν Κῶ ὑπῆρχαν τρία καταγεγραμμένα μετόχια τῆς Πάτμου

α) Τοῦ Ἄλσους, τό ὁποῖο βρισκόταν κοντά στό Ἀσκληπιεῖο. Ἦταν Σταυροπηγιακή Μονή, τήν ὁποία εἶχε οἰκοδομήσει ὁ Πατριάρχης Ἀρσένιος. Προσεκυρώθη στή μονή τῆς Πάτμου λίγο πρίν ἀπό τόν Νοέμβριο τοῦ 1292. Ἡ πρώτη ἀναφορά σέ αὐτή προέρχεται ἀπό τό ἔτος 1263. Εἶχε ἀνεγερθεῖ λίγο μετά τή μονή τῶν Σπονδῶν24. Στό σημεῖο αὐτό πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι κατά τίς ἀνασκαφές τοῦ Ἀσκληπιείου, σύμφωνα μέ τίς τότε ἐπικρατοῦσες ἀντιλήψεις, ὁ παλαιότατος αὐτός ναός καταστράφηκε γιά νά προχωρήσουν οἱ ἐργασίες γιά τήν ἀνάδειξη τοῦ Ἀσκληπιείου. Ἡ Ἱ. Μονή Πάτμου παραιτήθηκε ἀπό τά δικαιώματά της μέ τήν καταβολή σέ αὐτή 1.500   γροσίων ἀπό τό τουρκικό κράτος. Σήμερα διασώζεται μόνο ἡ Ἁγία Τράπεζα τοῦ ναοῦ αὐτοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπό παραφθορά ἀποκαλοῦνταν καί Παναγία Τάρσου (= τοῦ Ἄλσους, τ’ Ἄλσους, Τάρσου)25. 

β) Τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ (Ἀμπελᾶ). Ὀνομάσθηκε ἔτσι ἀπό τό ὄνομα τοῦ ἱδρυτῆ της Νεοφύτου Ἀμπελᾶ. Βρισκόταν στό ὄρος Δίκαιος καί δωρήθηκε στήν Πάτμο ἀπό τήν αὐτοκράτειρα Θεοδώρα, σύζυγο τοῦ Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου «ἕνεκα ψυχικῆς σωτηρίας αὐτῆς»26. 

γ) Τῶν Σπονδῶν27. Πρώτη ἀναφορά σέ αὐτή ὑπάρχει σέ ἔγγραφο τοῦ ἔτους 1258. Σύμφωνα μέ αὐτό ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀρσένιος τήν παραχωρεῖ στήν πατριαρχική μονή τῆς Πάτμου, ὁρίζοντας ὅτι οἱ ἐπίσκοποι Κώου καί Ρόδου δέν θά ἔχουν δυνατότητα «παρεισδύσεως» στά ἐσωτερικά της28. Τό ἔτος ἱδρύσεώς της εἶναι ἄδηλο. Σέ σχετικό ἄρθρο τοῦ Ἐμ. Ἰ. Καρπαθίου29 γίνεται ἀποδεκτή ἡ παράδοση τῶν κατοίκων τοῦ Ἀσφενδιοῦ ὅτι πρόκειται γιά ἔργο τοῦ ὁσίου Χριστοδούλου καί ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ ναοῦ καί, κατ’ ἐπέκτασιν τῆς Μονῆς τοποθετεῖται ἀνάμεσα στά ἔτη 1085 καί 1089. Σημαντική ἀναφορά στά τρία αὐτά μετόχια ὑπάρχει σέ χρυσόβουλο λόγο τοῦ Αὐτοκράτορα Ἀνδρονίκου Γ΄ τοῦ Παλαιολόγου ἀπό τόν Ἰανουάριο τοῦ ἔτους 1329. Μάλιστα, σέ αὐτόν γίνεται μνεία καί τῶν δύο μετοχίων τῆς μονῆς στή Λέρο, ἴσως λόγῳ τῆς καταπατήσεώς τους ἀπό τόν ἐπίσκοπο Κῶ (καί Λέρου;) Ἠσαΐα κατά τό ἔτος 1326  31. Σημαντική εἶναι ἡ ἀνεπιβεβαίωτη, ὡς πρός τήν χρονική ἀκρίβειά της, μαρτυρία τοῦ Ἰακώβου Ζαρράφτη, ὁ ὁποῖος στό ἔργο του «Ἱστορία τῆς Κῶ» παραθέτει τήν πολύ ἐνδιαφέρουσα πληροφορία ὅτι «κατά τό 1018 ἐκτίσθη ὑπό εὐφυοῦς καλογήρου παρά τήν ἰαματικήν πηγήν τοῦ Κοκκινονέρου μοναστήριον, ὅπερ ὀνομάζεται Ἁγιά Μελού, ἐν ᾧ ὁ μονάζων ἐθεράπευε τούς προσερχομένους πάσχοντας ἀποζῶν ἐξαιρέτως»32. Δυστυχῶς, δέν ἔχουμε κάποια πηγή πού νά παραπέμπει σέ αὐτόν τόν μοναχό καί ὁ Κῶος ἱστοριοδίφης δέν παραθέτει τήν πηγή ἀπό τήν ὁποία πῆρε αὐτήν τήν πληροφορία. Ἐάν εἶναι ἀληθινή πρόκειται γιά τήν παλαιότερη ἀναφορά σέ μοναχό στό νησί, ἐνῶ, ταυτόχρονα, ἀποτελεῖ καί τήν πρώτη33 γραπτή ἀναφορά στόν Ναό τῆς ὁσίας Μελοῦς. Πέρα ἀπό τήν ἀκρίβεια τοῦ χρονικοῦ προσδιορισμοῦ (ἔτος 1018), ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά ἐλεγχθεῖ, τουλάχιστον μέ τά ὑφιστάμενα στοιχεῖα, ἡ ὕπαρξη τῶν ἐρειπίων τοῦ ἀσκητηρίου αὐτοῦ πενήντα μέτρα νοτιότερα καί λίγο ὑψηλότερα ἀπό τόν ναό τῆς ὁσίας Μελοῦς, ἀποδεικνύει τήν πληροφορία ἀσφαλή καί ἀξιόπιστη.

-56-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου