15 Αυγούστου, 2024

Ἡ ἱεραποστολική θεολογία στίς ἐπιστολές τοῦ Ὁσίου Ἀμφιλοχίου

 ii)  Τό θεολογικό ἔργο τοῦ Ὁσίου Ἀμφιλοχίου μπορεῖ νά μήν ἀπαντᾶ καταγεγραμμένο σέ δικά του βιβλία ἤ μελέτες. Ὅμως, ἔχει διασωθεῖ στίς ἐπιστολές του, καθώς καί στή μνήμη ὅσων θυμοῦνται τίς προφορικές διδαχές του. Ἡ προσεκτική μελέτη ὅλων αὐτῶν φανερώνει ὅτι ὁ Γέροντας τῆς Πάτμου εἶχε συστηματοποιήσει τόν θεολογικό του λόγο μέ περιεχόμενο καί τεκμηρίωση πού ἀνήκουν στήν ἱεραποστολική θεολογική ἔκφραση. Ὁ θεολογικός του λόγος ἦταν καρπός τῆς προσωπικῆς του ἀσκητικῆς ἐμπειρίας καί τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. .

Βασικά στοιχεῖα αὐτῆς τῆς θεολογικῆς ἔκφρασης ἀπαντοῦν στίς ἐπιστολές του πρός διάφορους παραλῆπτες. Εἰδικότερα, ὁ πατέρας Ἀμφιλόχιος προσπάθησε νά ἀναδείξει τό καθῆκον τῶν χριστιανῶν γιά τήν ἀποδοχή τῆς ἀποστολῆς τους, δηλαδή τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου17. Τό 1963 ἔγραφε σέ ἐπιστολή του: «Ἀλλά ἐάν προσέξωμεν, ἀκούωνται κι ἄλλαι θλιμμέναι φωναί, αἱ ὁποῖαι ἔρχονται μέσα ἀπό τά βάθη τῆς Ἀφρικῆς καί μᾶς ζητοῦν φῶς χριστιανικόν καί ὁδηγούς γιά νά βαδίσουν κι αὐτοί τόν ἅγιον δρόμον τοῦ Γολγοθᾶ. Δέν ἔχομεν δικαίωμα νά κωφεύσωμεν»18 (σελ.211). Μέ αὐτόν τόν ἁπλό τρόπο, βαθύ ὅμως σέ θεολογικά νοήματα, τόνιζε μέ ἐνάργεια ὅτι ἡ φύση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἱεραποστολική. Ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιά νά μαρτυρεῖ τή ζωή τοῦ Χριστοῦ σέ κάθε τόπο καί κάθε ἐποχή19. Αὐτή ἡ μαρτυρία ἀποτελεῖ τό μοίρασμα τῆς ἀγαπητικῆς κοινωνίας πού βιώνουν οἱ χριστιανοί μέ τόν Τριαδικό Θεό καί ἀνταποκρίνεται στό κάλεσμα ὅσων ἀναζητοῦν τήν Ἀλήθειά Του. Ὁ Ὅσιος πατέρας ἦταν βέβαιος ὅτι πολλοί ἄνθρωποι, πού δέν εἶναι χριστιανοί, ἀναζητοῦν τόν Χριστό. Γι’ αὐτό, χαρακτηρίζει τούς εἰδωλολάτρες ὡς «κουρασμένα ἀδέλφια». «Ἀδέλφια», γιατί «ἐποίησέν τε ἐξ ἑνὸς πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπὶ παντὸς προσώπου τῆς γῆς» (Πράξεις Ἀποστ. 17, 26) καί «κουρασμένα», «διότι πολύ ἐταλαιπωροῦντο μακράν τῆς ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας», ὅπως ἔγραφε. Ἡ ἔλλειψη ἀνταπόκρισης στίς ἐναγώνιες ὑπαρξιακές ἀναζητήσεις τῶν πλησίον καί τῶν μακρόθεν ἀδελφῶν ἀποτελεῖ οὐσιαστικά «ἄρνηση τῆς ἴδιας τῆς Ὀρθοδοξίας», ὅπως ἄλλωστε τόνιζαν καί οἱ συντάκτες τοῦ περιοδικοῦ ''Πορευθέντες'' τή δεκαετία τοῦ ’60. Κατά συνέπεια, ἀποτελοῦν καθήκοντα τῶν χριστιανῶν ἡ ἔξοδος στήν κοινωνία, ἀλλά καί ἡ ἀποστολή τους σέ χῶρες μή χριστιανικές, ὥστε ἔμπρακτα νά μαρτυρήσουν τόν Χριστό καί νά ἑνώσουν στήν πολυφυλετική οἰκογένειά Του ἀνθρώπους ἀπό ὅλη τήν οἰκουμένη. Βέβαια, ὁ θεολογικός στοχασμός τοῦ ἁγίου Ἀμφιλοχίου ἀποτυπώνει μέ ρεαλισμό τή μοναδικότητα καί τίς εὐθύνες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, δίχως νά ἐξιδανικεύει καταστάσεις. Ἡ εἴσοδος στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τό βάπτισμα σημαίνει φωτισμό, ἀλλά καί πορεία πρός τόν Γολγοθᾶ. Αὐτή ἡ μαρτυρική πορεία ἀναφέρεται ὁπωσδήποτε στήν ὑπαρξιακή βίωση τῶν Παθῶν τοῦ Χριστοῦ. Συνάμα περιλαμβάνει καί τόν ἀγώνα γιά τή θεραπεία τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ, ὥστε ὁ ἄνθρωπος ἐλεύθερα νά ἀγκαλιάσει τόν συνάνθρωπο. Ἔτσι ὁ χριστιανός μιμεῖται τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος ἐπάνω στόν Σταυρό ἅπλωσε τά χέρια καί μέ τήν ἀγκαλιά του ἕνωσε ὅλα τά ἔθνη21. Κι αὐτός ὁ τρόπος ἀποτελεῖ τήν καλύτερη μέθοδο μαρτυρίας∙ ὅταν δηλαδή τό προσωπικό συνειδησιακό μαρτύριο τοῦ χριστιανοῦ μεταβάλλεται καί σέ ἐν Χριστῷ μαρτυρία στήν καθημερινή ζωή. Γι’ αὐτό, λοιπόν, ὁ Ὅσιος Γέροντας διαρκῶς καλοῦσε σέ προσωπικές πρωτοβουλίες. Ἡ ἐνεργοποίηση τοῦ «πνευματικοῦ ἐργοστασίου» κάθε χριστιανοῦ, ὅπως ἔγραφε, θά συμβάλει στό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου «πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ. 16, 15). Τό ἀποτέλεσμα θά εἶναι νά συναχθοῦν στήν πολυφυλετική οἰκογένεια τοῦ Χριστοῦ ἄνθρωποι ἀπό ὅλη τή γῆ, οἱ ὁποῖοι θά ἔχουν μιά νέα κοινή πατρίδα. «Καί πατρίς μας μονίμως θά εἶναι ὁ οὐρανός καί ἡμεῖς δέ πάντες οὐρανοπολῖται μέ τά αὐτά ἰδανικά καί τόν αὐτόν προορισμόν, τήν δόξαν τοῦ ἁγιωτάτου Θεοῦ» (σελ. 210). Ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος, ἀναπνέοντας στή χριστιανική παράδοση, θεωρεῖ ὅτι ἡ ἀληθινή πατρίδα τῶν χριστιανῶν εἶναι ὁ Οὐρανός. Ἄς μή λησμονοῦμε, ἄλλωστε, ὅτι «οἱ χριστιανοί […] ἐπί γῆς διατρίβουσιν, ἀλλ’ ἐν οὐρανῷ πολιτεύονται»22. Ὁ διαρκής πόθος του ἦταν νά ἑνωθοῦν μυστηριακά ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μέ τόν Χριστό, ὥστε «ἡ γῆ δι’ ἡμᾶς θά γίνη οὐρανός», ὅπως χαρακτηριστικά ἔλεγε. Ὁ οἰκουμενικός θεολογικός λόγος του ἀποσκοποῦσε καί στήν κινητοποίηση ὅσων συναντοῦσε. Μέ χαρακτηριστικό τρόπο καί μέ λόγους οἰκείους προσπαθοῦσε νά τούς καλλιεργήσει τόν πόθο γιά τήν ἐν Χριστῷ μαρτυρία. Ἔτσι, χαρακτήριζε τήν ἱεραποστολή ὡς «ἐξέγερση». Ὅσοι συμμετέχουν σέ αὐτή τήν «ἐξέγερση» ἀνήκουν «εἰς τόν Ἱερόν Λόχον τοῦ Χριστοῦ» καί σχηματίζουν «τό τάγμα τῶν ἐξεγερθέντων». Ἡ μεγαλύτερη ἐπανάσταση πού μπορεῖ νά πραγματοποιήσει ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ ἐπανάσταση τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Μιά τέτοια ἐπανάσταση ὑψώνεται πρώτιστα ἀπέναντι στόν ἐγωκεντρισμό και ἔπειτα ἐναντιώνεται σέ κάθε μορφῆς κακό καί φθοροποιό πάθος. Ἡ ἱερή αὐτή ἐξέγερση ἀποτελεῖ χρέος ὅλων τῶν χριστιανῶν, ἀνδρῶν καί γυναικῶν, κληρικῶν καί λαϊκῶν καί μοναχῶν, ὅπως διαρκῶς τόνιζε. Ἡ συνεργασία ὅλων μπορεῖ νά ἐπιφέρει θαυμάσια ἀποτελέσματα. Μέ ἁπλό καί ἔντονα σημειολογικό τρόπο ἔγραφε: «Ὄχι μόνον ἀπό τούς βράχους τοῦ Ἀρείου Πάγου καί ἀπό τό Σπήλαιον τῆς Πάτμου, ἀλλά ἀπό κάθε γωνιά τῆς γῆς, πού ἔχει χριστιανούς μέ φλόγα ἱεραποστολῆς. Ἔτσι καί τό ράσο καί τό κοσμικό φόρεμα πρέπει νά λάβη μέρος σ’ αὐτήν τήν πνευματικήν ἐκστρατείαν, ἔχοντας ὡς ὁδηγόν τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ, ὅπως τότε οἱ Μάγοι ἐκ Περσίας. Καί τότε μέ Βασιλέα τόν Χριστόν θά ἔχωμεν τήν νίκην ἐξασφαλισμένην» (σελ. 206). Ἡ προσεκτική μελέτη τοῦ ἔργου του ἀναδεικνύει ὅτι ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος θεωροῦσε τήν ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας μία καί εἶναι ἑνιαία. Πιό συγκεκριμένα, ἡ μαρτυρία τῶν χριστιανῶν προσφέρεται στούς ἑτερόθρησκους, ἀλλά καί συνδέεται ἄμεσα μέ τόν ἐπανευαγγελισμό τῶν παραδοσιακά Ὀρθοδόξων. Κατά συνέπεια, ὁ Γέροντας μέ αὐθεντικά ἐκκλησιολογικά κριτήρια σημείωνε ὅτι οἱ πιστοί ἀνάλογα μέ τό χάρισμά τους23 καλοῦνται νά γίνουν μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ στόν τόπο πού ζοῦν καί «εἰς πάντα τὰ ἔθνη» (Λουκ. 24, 47)24.

-458-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου