23 Αυγούστου, 2024

Η ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΥ ΕΠΙ ΙΤΑΛΟΚΡΑΤΙΑΣ

 
Aντίπα  Νικηταρα Ἀρχιμανδρίτου, πρώην πατριαρχικοῦ Ἐξάρχου πάτμου Δρ. Θεολογίας 

 Στό διηνεκές παρόν τῆς Ἐκκλησίας μας, στήν κοινωνία τῶν Ἁγίων συγκαταριθμεῖται ὁ πολυχαρισματικός καί πολυσχιδής Ἅγιος τῆς ἱερᾶς νήσου Πάτμου, ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος. Φωτισμένη, χαριτόβρυτη εἰκόνα θείας παρουσίας πού λαμπρύνει καί ἀνατροφοδοτεῖ μέ τίς πνευματοφόρες ἀλλά καί στηρικτικές ρίζες του, τήν νῆσο τῆς Ἀποκαλύψεως. Ὁ Ἅγιος πού συνδύασε τήν ἁγιοπατερική παρακαταθήκη μέ τήν ἱεραποστολική προσφορά, τήν κοινωνική δράση καί μετοχή, μέ τήν ἐσωτερική ἔκφραση τῆς λατρείας καί τήν καλλιέργεια τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τήν οἰκολογική θέση, δράση καί ἀλληλεπίδραση1 μέ τήν ἐθνική στάση καί ἀντίσταση καί τά συνδύασε τόσο ἁρμονικά, τόσο ἐνεργητικά καί βαθειά ὅσο κανείς ἱερομόναχος τῆς Ὀρθοδοξίας σέ Ἀνατολή καί Δύση. 

Διατήρησε δέ τίς ἰσορροπίες μέ τόση λεπτότητα καί διάκριση πού ὁ κάθε μελετητής τοῦ βίου του2 μένει ἔκθαμβος ἀπό τό πολυδύναμο τῆς παρουσίας του.

Ὁ Ἅγιός μας γεννιέται τό 1889 στήν Πάτμο ἀπό αὐθεντικά εὐσεβεῖς γονεῖς. Σέ ἡλικία 17 ἐτῶν ἐκπληρώνοντας τόν πόθο του γιά Ἡσυχία καί Ἀναχώρηση κατετάγη στήν Ἀδελφότητα τῆς ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. προκόβει ἀπό ἔφηβος σέ κάθε ἀρετή καί μαθητεύει σιμά στόν μεγάλο Γέροντα Ἀσκητή Ἀπολλώ ἀπό τούς κολλυβάδες πατέρες3 , τούς ἐκ τοῦ Ἁγιωνύμου Ἄθωνος ὁρμωμένους καί στόν Ἀσκητή Θεόκτιστο τόν ἐραστή τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς καί τῆς ἐρήμου.Ἰδιαιτέρως καλλιεργεῖ τήν νοερά προσευχή καί τήν μελέτη τῶν ἁγιοπατερικῶν κειμένων. Διατελεῖ προϊστάμενος τοῦ ἱεροῦ σπηλαίου τῆς Ἀποκαλύψεως καί τό 1935 καθηγούμενος Πάτμου ἐπί διετία μόνον, διότι δέν ἦταν ἀρεστός στόν κατακτητή Ἰταλό. παραλλήλως ἀρχίζει νά ἱδρύῃ καί νά προΐσταται πνευματικά στά ἑξῆς κοινόβια: στό ἱερό κοινόβιο Εὐαγγελισμοῦ Μητρός Ἠγαπημένου στήν πάτμο, στήν ἱερά Μονή παναγία Ἐλεοῦσα στήν κάλυμνο, στήν ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ στήν αἴγινα, στό ἵδρυμα τοῦ Ἁγίου νεκταρίου στά Χανιά, στό κάθισμα τοῦ Ἁγίου Ἰωσήφ τοῦ Μνήστορος στήν πάτμο. Στό πολυδιάστατο κοινωνικό του ἔργο συγκαταλέγεται καί ἡ ὑποδειγματική ὀργάνωση καί λειτουργία τῶν ὀρφανοτροφείων τῆς ρόδου καί τῆς καλύμνου, καί ἡ προσφορά μέ ὅλους τούς τρόπους καί τά μέσα στόν πλησίον.

Ὡς πνευματικός πατέρας περιοδεύει ὅλα τά Δωδεκάνησα καί ὅλη τήν Ἑλλάδα βοηθώντας παράλληλα καί στό ποιμαντικό ἔργο τῶν κατά τόπους ἐκκλησιῶν. Ἐνίσχυσε πνευματικά ἀναρίθμητες Μονές καί συντρόφευσε μέ τήν παραμυθητική παρουσία του χιλιάδες ψυχές. παράλληλα ὡς εὐαίσθητη καί καλλιεργημένη ψυχή καί διάνοια συμβάλλει ἐνεργά στήν καταγραφή, στήν ἐπισήμανση καί τήν λύση τοῦ οἰκολογικοῦ ζητήματος τόν πιό ἁπλό, θαυμάσιο καί πρόσφορο τρόπο: δεντροφύτευε καί φρόντιζε τά δέντρα μέ περισσή ἀγάπη παντοῦ καί πάντοτε. Ἀφοῦ ἔσπειρε καί θέριεψε τά δέντρα του, ἀφοῦ προσέφερε τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ παντοῦ, προχώρησε σ’ αὐτόν πού ἀγάπησε καί πόθησε. Παρέδωσε στόν Ἠγαπημένο τήν ἄμωμη καί ἁγία ψυχή του στίς 16 Ἀπριλίου, 2.15΄ μεταμεσονυχτίως.

Μελετώντας τόν βίο τοῦ Ἁγίου μας ὁ ἀναγνώστης σταματᾶ μέ κατάπληξη στήν περίοδο τῆς ὑποδειγματικῆς του ἀντίστασης στήν ἰταλοκρατία4. Καί διαπιστώνει ὅτι πρόκειται γιά μιά στάση μοναδική καί ἄξια ἐπισήμανσης. Ὁ Ἅγιός μας ἀρχικά θέτει τόν ἑλληνισμό σέ μία καινή βάση. Δέν ἀναφέρεται στόν ἑλληνισμό ὡς δύναμη κοσμική καί κυριαρχική ἀλλά ὡς δύναμη πίστεως στόν Χριστό, διδαχῆς τοῦ Λόγου, δύναμη ἀγάπης, προσφορᾶς καί θυσίας. Ὁ ἑλληνισμός νοηματοδοτεῖ μέ δημιουργική σημαντική τόν χριστιανισμό. «αὕτη ἡ δύναμις τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἡ νίκη, ἡ νικήσασα τόν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν. παρουσιάζεται μέ ὅλον τό μεγαλεῖόν της, ὅταν εὑρίσκεται εἰς τήν καρδίαν τῆς Ἑλληνίδος χριστιανῆς. Ὁ χριστιανισμός σέ καρδιά ἑλληνική εἶναι δύναμις πού μπορεῖ νά ἀνατρέψει τό πᾶν καί νά δημιουργήσει νέαν ζωήν παντοῦ. Γι’ αὐτόν τόν λόγον καί ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν παῦλος διάλεξε διά πρῶτον ἱεραπόστολον τῆς Εὐρώπης μίαν Ἑλληνίδαν, τήν Λυδίαν. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη Χριστιανή τῆς Εὐρώπης. Οἱ δύο πρῶτοι Μάρτυρες, ὁ Στέφανος ὁ Διάκονος καί ἡ Θέκλα, μαθήτρια τοῦ Παύλου, καί αὐτοί Ἕλληνες. Ὥστε ἔπειτα ἀπό τό αἷμα τοῦ Γολγοθᾶ, αἷμα ἐλληνικό παντοῦ ἐχύθη διά τήν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ καί ἐξακολουθεῖ ὡς τώρα νά χύνεται εἰς τήν ρίζαν τοῦ χριστιανικοῦ δέντρου διά νά εὑρίσκονται πάντοτε σ’ αὐτό τό δέντρο καρποί ἱεραρχίας καί μοναχισμοῦ. Κι ἄν κατέλθεις εἰς τάς κατακόμβας τῆς Ρώμης καί τῆς Μήλου, ἐκεῖ θά δεῖς ὀνόματα ἑλληνικά παρθένων, θύματα διά τήν εἰς Χριστόν ἀγάπην τους.  Γι’ αὐτό καί ἡ μέλλουσα παρέλασις πρό τοῦ βασιλέως Χριστοῦ, θά ἀποτελεῖται ἀπό νεανικά πρόσωπα ἀπό ὅλας τάς πόλεις τῆς ἑλληνικῆς γῆς. καί ὅταν σκεφτῶ ὅτι ἡ πρώτη ἐπίσκεψις τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου ἦταν σέ σπίτι ἑλληνικό μέ κάνει νά συγκινοῦμαι. Διότι τί ἦτο ὁ Κλεόπας κι ὁ Λουκᾶς; Ἕλληνες. Ἔπειτα ἀπ’ ὅλα αὐτά ἔχω σχηματίσει τήν γνώμην ὅτι ἡ ἑλληνική καρδιά θυσιάζεται γιά κάθε ὑψηλή ἰδεολογία καί ἰδίως γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ἄνω ἀλλά καί τήν κάτω πατρίδα. Γι’ αὐτό τόν λόγο ὁ Χριστός τήν ἀγαπᾶ καί πάρα πολύ τήν προτιμᾶ. κι ἐγώ ὡς πνευματικός πού εὑρίσκομαι πολύ πλησίον τῆς τόσο εὐγενικῆς καρδιᾶς, τῆς ἑλληνικῆς, δέν ἠμπορῶ παρά νά ὁμολογήσω ὅτι εὑρίσκω μεγάλες καρδιές στολισμένες μέ ἀρετές καί κατάλληλες νά ἔχουν ὡς κάτοικον τόν Βασιλέα Χριστόν»5 . 

Τό ἔτος 1912, ἔτος τῆς ἀπαρχῆς τῆς τραγικῆς ἰταλικῆς κατοχῆς τῆς Δωδεκανήσου6 βρίσκει τόν Ἅγιο μοναχό στήν ἱστορική Μονή τοῦ Θεολόγου. 

Ἡ ἀνήσυχη ψυχή καί ὁ θεῖος ἔρως τόν εἶχαν ὁδηγήσει σέ πνευματική περιήγηση στό Ἅγιον Ὄρος καί στούς Ἁγίους τόπους. συνδέεται πνευματικά καί βαθιά μέ τόν Ἅγιο Νεκτάριο καί γνωρίζει τήν ἀδελφότητα Ζωή. Χειροτονεῖται Διάκονος τό 1919 καί ἐντός τοῦ ἔτους πρεσβύτερος.7    Ὁ θεῖος πόθος ἄναβε στήν καρδιά του ἐκεῖνα τά χρόνια τῆς πνευματικῆς ἀναζήτησης. ταυτόχρονα ὅμως ἀρχίζει νά ἀναζητᾶ συνεργάτες γιά νά ὀργανώσει τήν ἀντίσταση παιδείας καί ἀφύπνισης τῆς Δωδεκανήσου ἀπέναντι στόν κατακτητή. Καταγράφει στό Ἡμερολόγιό του τήν συνάντηση μέ τήν πρώτη πνευματική του κόρη καί συνεργάτιδά του, παιδαγωγό ἀπό τήν Κάλυμνο, Καλλιόπη Γούναρη, τό 1920: «Ἀπό τῆς στιγμῆς ταύτης ἐπίστευσα ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός θά εἶναι ἐκεῖνος τόν ὁποῖον ἐζήτουν διά νά μέ βοηθήση νά ἐνεργήσω μίαν ἱεραποστολήν εἰς Δωδεκάνησον, ἥτις κατεῖχετο ὑπό τῶν Ἰταλῶν καί ἐν συνεχείᾳ εἰς τάς ἑπτά Ἐκκλησίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας»8 . Ἔτσι ἀρχίζει κατά τό 33ο ἔτος τῆς ἡλικίας του νά τονώνη τό θρησκευτικό καί ἐθνικό φρόνημα τῶν Δωδεκανησίων ἐξομολογώντας καί κηρύττοντας. Βλέποντας, ὅμως, τήν ἔντονη προπαγάνδα τῶν Ἰταλίδων καλογραιῶν γιά νά προσελκύσουν τήν νεολαία, ἀντιστάθηκε μέ τόν πιό ἐκκλησιαστικό καί παραδοσιακό τρόπο: Ἵδρυσε ἀδελφότητα μέ νέες κοπέλλες, εὐσεβεῖς καί μορφωμένες, καί, γιά πρώτη φορά στόν Ἑλλαδικό χῶρο, ἵδρυσε κατηχητικά καί κύκλους Ἁγίας Γραφῆς γιά τήν ἀφύπνιση τοῦ λαοῦ. Γράφει στό ἡμερολόγιό του: «Κατά τάς συναντήσεις μας μετά τῆς εὐσεβοῦς διδασκαλίσσης Καλλιόπης Γούναρη ἐφανέρωσα αὐτῇ τούς ἱεραποστολικούς σκοπούς μου. αὕτη δέ μετά προθυμίας καί μεγάλου ζήλου ἤρχισε τά κατηχητικά μαθήματα καί κύκλους κυριῶν –σχεδόν πρώτη ἐν Ἑλλάδι– διότι οὔτε ἡ Ἀδελφότης Θεολόγων “Ζωή” δέν εἶχεν ἀρχίσει νά κάμνη κατηχητικά κατά τά ἔτη ἐκεῖνα.9 Μέ τάς ἐπιτυχεῖς θρησκευτικάς διδασκαλίας της πολύ γρήγορα ἀπέκτησε τήν ἀγάπην καί ἀφοσίωσιν τῶν παιδιῶν, δεσποινίδων καί κυριῶν. Μέ πρωτοφανῆ ἐνθουσιασμόν παρηκολούθουν ταύτας, ἡ δέ πνευματική ἐργασία προέκοπτε κατά πολύ. Τῇ ὑποκινήσει μου ἐπεδόθη εἰς τήν ἐκμάθησιν τῆς τουρκικῆς γλώσσης, ἡ ὁποία εἶναι ἀρκετά δύσκολος. Ἀφοῦ εἰργάσθη ἐπί ἑπτά συναπτά ἔτη εἰς Κῶ μέ πλουσίους πνευματικούς καρπούς, μετετέθη εἰς Κάλυμνον, ἔνθα καί ἐκεῖ εἰργάσθη ὁμοίως. Καί ἀπό τάς δύο αὐτάς νήσους ἐδημιουργήθησαν τά πρῶτα στελέχη διά τήν ἱεραποστολήν. Κατηχητικά σχολεῖα συνεστήθησαν ἐν συνεχείᾳ εἰς Νίσυρον καί Λέρον, ἵνα στηρίζωνται αἱ νεάνιδες καί αἱ κυρίαι εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν καί τόν ἐθνισμόν των. Ἐγίνοντο δέ εἰς αὐτάς συστάσεις νά μήν ἔχουν ἐπικοινωνίαν μέ τά πρόσωπα τῆς Ἰταλικῆς προπαγάνδας»10. 

Ὁ Ἅγιος βιώνει μέ σπαραγμό ψυχῆς τήν μεγάλη τραγωδία τοῦ Ἔθνους, τήν Μικρασιατική καταστροφή. Συγκλονίζεται. Δρᾶ ὅμως ἀστραπιαῖα. Ἱδρύει ἄμεσα φιλόπτωχον ἀδελφότητα κυριῶν στήν Κῶ ἐπ’ ὀνόματι τῆς Ὁσίας Ξένης, πρός βοήθεια καί ἀνακούφιση τῶν προσφύγων. Γράφει τά ἑξῆς πρός τήν ὑπεύθυνη τῆς ἀδελφότητος: «Εἶδον ἐν τῇ ἐπιστολῇ σου τά τῶν προσφύγων καί ἐλυπήθην τά μέγιστα. Εἶμαι σάν τρελλός. Οὔτε τρώγω, οὔτε κοιμοῦμαι σκεπτόμενος τά μαρτύρια τῶν ἀδελφῶν μας Χριστιανῶν. Εἶμαι γεμᾶτος θυμό. Οὐχί ἐναντίον τῶν τούρκων τῶν ἀγρίων, ἀλλ’ ἐναντίον τῶν ψευδοπολιτισμένων ἄθεων Εὐρωπαίων. Ὁ Χριστός θά νικήση. Ἔχε ἐλπίδας καί θάρρος. πόσον καλόν θά ἦτο, ἐάν ὁ σύνδεσμός μας “Στρατός Σωτηρίας” ἦτο καλῶς διοργανωμένος. Θά ἔκαμνε θαύματα. Θά ἐσύναζε πολλά παιδιά ὀρφανά καί θά τά ἀνέτρεφε κατά τάς ἀρχάς του. Σκέπτομαι πολλά, ἀλλά δυστυχῶς εἶμαι κλεισμένος εἰς μονήν καί εἰς μικράν νῆσον. Σοῦ καθιστῶ γνωστόν ὅτι 22-24 τοῦ αὐτοῦ μηνός –Ὀκτωβρίου 1922– ἀναχωρῶ διά τάς Ἀθήνας. Ὁ σκοπός μου εἶναι νά ἀναλάβω καί νά φέρω εἰς Πάτμον 10-15 ὀρφανά»11. 

Τό 1924 ἕνα ἄλλο πλῆγμα δημιουργεῖται στήν πολύπαθη Δωδεκάνησο: Μετά τήν συνθήκη τῆς Λωζάννης προσαρτῶνται ὁριστικά στήν Ἰταλία. Οἱ στόχοι τοῦ Γενικοῦ Διοικητοῦ εἶναι δύο καί συνδυάζονται σέ μιά κοινή γραμμή: Ἡ ἐκπαίδευση νά γίνει ἰταλική καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Δωδεκανήσου νά γίνει αὐτοκέφαλη, μέ ἀπώτερο στόχο νά ἀποκοπεῖ ἀπό τό Οἰκουμενικό πατριαρχεῖο καί νά προσχωρήσει στόν παπισμό. Οἱ Ἰταλοί συνδέουν ἄμεσα τό ἐκπαιδευτικό μέ τό ἐκκλησιαστικό θέμα. Eἶναι ἡ σκληρότερη περίοδος τῆς ἰταλοκρατίας. Χαρακτηρίζεται ἀπό τήν στυγνή μετατροπή τῶν διοικητικῶν δομῶν ἀπό πολιτικές σέ στρατιωτικές, τόν πλήρη ἐκλατινισμό καί ἰταλοποίηση τῆς δημόσιας ζωῆς, ἀπό τίς συστηματικές προσπάθειες ἐθνολογικῆς ἀλλοίωσης τῶν νησιῶν μέ τόν διωγμό τῆς γλώσσας, τῆς θρησκείας, τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας καί παιδείας, ἀπό τήν φορολογική καταπίεση καί οἰκονομική ἐξαθλίωση τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου, πού ὁδήγησε σέ μαζικές μεταναστεύσεις, τήν ὁλοκληρωτική κατάργηση τῆς τοπικῆς κοινοτικῆς αὐτοδιοίκησης, τήν δημιουργία γεωργικῶν κέντρων μέ ἰταλική ἐποίκιση κ.λπ. «Ἤθελαν οἱ τότε τύραννοι Ἰταλοί νά ἀλλάξουν πάσῃ θυσίᾳ τό ὀρθόδοξον φρόνημα τῶν νησιῶν καί νά ἐπιβάλουν τόν παπισμόν. καί σάν Δούρειον Ἵππον μετεχειρίσθησαν τά τυφλά ὄργανα τοῦ Πάπα, τούς Οὐνίτες12. Τότε οἱ ἱερεῖς τῆς Καλύμνου ἐκήρυξαν, τῇ συστάσει τοῦ τότε ἐν Ἀθήναις ἀειμνήστου Τραπεζοῦντος Χρυσάνθου, καί τῇ προτροπῇ τοῦ Γέροντος Ἀμφιλοχίου, τήν Ἐκκλησίαν ἐν διωγμῷ. Ἤθελαν νά μείνουν ὑπό τήν ἡγεσίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. νά μήν προδώσουν τήν Ὀρθοδοξία, νά μήν παύσουν τήν Ἑλληνικήν γλῶσσα, νά μήν λέγουν τό “Πιστεύω” μέ τό Φιλιόκβε... Δέν παραλείπω νά ἀναφέρω τό κλείσιμο τῶν περισσοτέρων σχολείων καί Γυμνασίων (ἀπό τούς Ἰταλούς). τά πάντα εἶχαν ἰταλικοποιηθεῖ. Ἡ Ἑλληνικη   γλώσσα ἦταν δευτερεῦον μάθημα, δύο ὧρες τήν ἑβδομάδα ἐδιδάσκετο. Οἱ καθηγηταί, οἱ διδάσκαλοι καί οἱ ἱερεῖς εἶχον ἐξορισθεῖ...»13 Ἡ ἑλληνορθόδοξη παιδεία πάσχει, πεθαίνει. Μέ ἕνα πρωτόγνωρο μηχανισμό ἐλέγχου καί τρομοκρατίας ἀλλά καί χειραγώγησης οἱ δάσκαλοι γίνονται ὄργανα αὐτοῦ τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ.14 σ’ αὐτές τίς δύσκολες στιγμές δέν πτοεῖται ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος, ἀλλά δίδει κοινή γραμμή στίς διορισμένες δασκάλες πού ἦταν πνευματικά του παιδιά, τήν Γερόντισσα Εὐστοχία, τήν Γερόντισσα Μαριάμ καί τήν ἀδελφή Ἐμμέλεια, νά διδάσκουν περισσότερες ὧρες. Τίς δασκάλες τους τίς φύλαγαν οἱ ἴδιοι οἱ μαθητές ὡς φρουροί, γιά νά τίς εἰδοποιοῦν. Εἶχε καί ἄλλους πού δίδασκαν συστηματικά μαθήματα, καί δημιούργησαν κανονικά κρυφά σχολειά. Σ’ αὐτό πρωτοστατεῖ ὁ τότε νεαρός μοναχός καί μετέπειτα προηγούμενος τῆς Γεραρᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου ὁ Γέροντας Παῦλος Νικηταρᾶς πού γι’ αὐτό τόν λόγο θά μετατρέψει τό ὑπόγειο τοῦ πατρικοῦ του σπιτιοῦ σέ σχολική αἴθουσα. Μαθητές του εἶναι ὁ ἐπίτιμος λυκειάρχης Βασίλειος Οἰκονόμου, ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Κυθήρων Ἱερόθεος, ὁ συνταξιοῦχος διδάσκαλος Θεολόγος Οἰκονόμου. Ἄς ἀκούσουμε ὅμως τόν ἴδιο τόν Ἅγιο Ἀμφιλόχιο νά διηγεῖται τό ἔργο του στόν καθηγητή τότε (τό 1951) Παναγιώτη Μπρατσιώ τη καί στούς φοιτητές τῆς Θεολογικῆς σχολῆς Ἀθηνῶν: «Ἦλθεν ἡ Ἰταλική κατοχή τό 1912, ἡ ὁποία ἦτο ἀνεκτή ἕως τό 1920. κατόπιν μέ τήν παρουσίαν τοῦ Μουσολίνι ἤρχισεν ἡ μεγάλη τραγωδία τῆς Δωδεκανήσου. Τά γράμματα τά ἑλληνικά δέν διδάσκονται. Οἱ διδάσκαλοι καί οἱ ἱερεῖς καταδιώκονται. Τότε ἦλθεν εἰς ἐμέ τόν ταπεινόν ἡ σκέψις νά σχηματίσω ἕνα ὅμιλον παρθένων μορφωμένων καί μέ τό ράσον νά ἀντιδράσουν ἐναντίον τοῦ ὀργανωμένου καθολικισμοῦ εἰς Δωδεκάνησον. Αἱ μοναχαί ὡς διδασκάλισσαι ἐδημιούργησαν ἐδῶ τό “κρυφό σχολειό” ὅπου ἤρχοντο τά παιδιά τῆς Πάτμου καί ἐνεψυχώνοντο πνευματικῶς. Κατεδιώχθημεν διαφοροτρόπως, ἀλλά κατωρθώσαμεν νά κρατηθῶμεν ἕως τήν ἀπελευθέρωσιν τῆς Δωδεκανήσου. Ὁ πρῶτος διοικητής Δωδεκανήσου ἀντιναύαρχος Ἰωαννίδης μέ καλεῖ καί μέ παρακαλεῖ νά δεχθῶ νά παραλάβω 80 ὀρφανά καί νήπια ἀπό τάς χεῖρας τῶν καθολικῶν καλογραιῶν. Μέ δισταγμόν δέχομαι, διότι ἦτο τότε περιωρισμένος ὁ ἀριθμός τῶν Ἑλληνίδων μοναζουσῶν. Ἀνέλαβον αἱ μοναχαί καί ἔφεραν εἰς πέρας τό ἱερόν ἔργον, καί τώρα τό ὀρφανοτροφεῖον θηλέων ἀριθμεῖ ὑπέρ τά 150 ὀρφανά κορίτσια τά ὁποῖα μορφώνονται ἑλληνορθοδόξως. Δι’ αὐτόν τόν λόγον θά δῆτε ἐδῶ τάς ὀλίγας μοναχάς πού κρατοῦν αὐτό τό ὀχυρόν τοῦ ἀξιωματικοῦ τῆς Ἐκκλησίας Νικηφόρου τοῦ Κρητός. Ὁ σκοπός τῆς ἀδελφότητος ταύτης εἶναι νά ἐπανέλθη ἡ Ἑλληνίς μοναχή εἰς τήν πρώτην της θέσιν, ὅπως τήν θέλει ὁ Μέγας Βασίλειος, εἰς τήν ἄσκησιν καί τήν κοινωνικήν δρᾶσιν»15. 

Τό 1935 πρίν ἐκλεγεῖ καθηγούμενος ἱδρύει στήν Νίσυρο ἀδελφότητα μέ τήν ἐπωνυμία Ἅγιος Νικήτας ὁ Νισύριος. Κατά τό ἔτος 1935 ἐκλέγεται καθηγούμενος Πάτμου. Ἤδη ἀπό τίς πρῶτες ἡμέρες τῆς ἡγουμενίας του ὁ γενικός διοικητής Ρόδου Μάριο Λάγγο ἀποδοκιμάζει τήν ἐκλογή του. Ὁ Ἅγιος ὅμως κινεῖται δυναμικά: Ἀνεγείρει τήν Ἱερά Μονή τῆς Μητρός τοῦ Ἠγαπημένου, προσπαθεῖ νά ἀνορθώσει τήν μεγάλη Μονή τοῦ Θεολόγου πνευματικά καί οἰκονομικά, καί ὑποστηρίζει ἕως θανάτου τόν πάνσεπτο Θρόνο τοῦ Πατριαρχείου. Γιά νά ἐνισχύσει τήν Μονή κάνει τήν κουρά κρυφά τεσσάρων μοναχῶν ἐν μίᾳ νυκτί, καί συνιστᾶ ἐπιτροπή στήν Ἀθήνα γιά τήν περιουσία τῆς Μονῆς ὑπό τήν προεδρία τοῦ Τραπεζοῦντος Χρυσάνθου. Φροντίζει γιά τήν συντήρηση τῶν σχολείων, τήν ἰατρική περίθαλψη καί τήν ὑλική βοήθεια τῶν κατοίκων τῆς ἁγίας νήσου. Ἐπινοεῖ κρυφό μοναχισμό. Κείρει μοναχούς καί μοναχές χωρίς ράσα διά νά κινοῦνται ἐλεύθερα κατά τήν περίοδο τῆς σκλαβιᾶς, συνεχίζει ὅμως αὐτήν τήν τακτική καί μετά τήν ἀπελευθέρωση. Οἱ Ἰταλοί ἀρχίζουν νά βλέπουν τόν Ἅγιο καί τήν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς ἐχθρικά. Ὁ διοικητής τῆς Ἀστυνομίας Καλύμνου κατά τρόπο προκλητικό λέγει στόν Γέροντα: «Πληροφοροῦμαι ὅτι διδάσκεις τήν ἐξέγερση τοῦ λαοῦ» καί ὁ Ἅγιος ἀποκρίνεται: «Ἐγώ διδάσκω τήν εἰρήνη εἰς τάς καρδίας τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι τόν πόλεμο»16. Κατά τήν δεύτερη ἐκλογή του ὡς Ἡγουμένου (Αὔγουστος 1937) δέν ἐγνωστοποίησε ἡ Μονή τήν ἐπανεκλογή του. Αὐτό οἱ Ἰταλοί τό θεώρησαν περιφρόνηση πρός τίς πολιτικές ἀρχές. Ἡ δυσμένεια ἐναντίον τοῦ Ἁγίου φουντώνει καί πάλι, ὥστε μαζί μέ ἄλλες ἀφορμές νά προκαλέσουν τό ἔτος 1937 τήν πτώση του ἀπό τήν ἡγουμενία καί τήν ἐξορία του ἀπό τήν Πάτμο. Ὁ γενικός στρατιωτικός διοικητής Δωδεκανήσου Γκρασσίνι μέ καραμπινιέρηδες καταλαμβάνει τήν Μονήν. Δύο χωροφύλακες Ἰταλούς τοποθετεῖ στήν μεγάλη εἴσοδο τῆς Μονῆς, δύο στήν εἴσοδο τοῦ συνοδικοῦ καί δύο ἐντός τοῦ συνοδικοῦ τῆς Μονῆς. Ἐνεργεῖ προγραμματισμένα καί ἀναθέτει τήν ἡγουμενία στόν π. Ἐπιφάνιο Καλογιάννη. Ὁ Ὅσιος Γέροντάς μας Ἀμφιλόχιος ἀρνεῖται νά παραδώση τήν ἡγουμενική ράβδο, ἐπικαλεῖται τόν κανονισμό τῆς Μονῆς. Τότε ἀπειλεῖται μέ ἐξορία. Ἡ ἀπόφαση δέν τόν πτοεῖ. Ἀτάραχος δέχεται νά ἐξορισθῆ μπροστά στήν ἀπειλή τῶν ὅπλων17. Ἀλησμόνητη θά μείνει ἡ ἀπάντηση στόν Γκρασσίνι, ὅταν τοῦ εἶπε: «Πρώτη φορά μοῦ ἀντιστέκεται κληρικός ἔτσι» καί ὁ Ἅγιος τοῦ ἀπαντᾶ: «Ἴσως διότι πρώτη φορά συναντᾶτε Ὀρθόδοξο μοναχό»18. Ἔτσι ἀποφάσισαν στήν ἀρχή νά ἐξορισθεῖ στό Κασσίνο τῆς Ἰταλίας. Τελικά ὅμως τόν ἐξόρισαν στήν Ἀθήνα, καί διέλυσαν τήν Μονή Εὐαγγελισμοῦ ἀφήνοντας τέσσερεις μοναχές ὑπό ἀστυνομική ἐπιτήρηση. Ἡ ἐξορία του διήρκεσε δύο ἔτη. Μέ τήν μεσολάβηση τοῦ μοναχοῦ Λαυρεντίου τῆς Ἱ. Μονῆς Κρυπτοφέρρης τῆς Ἰταλίας, τοῦ γραμματέως τῆς ἑλληνικῆς πρεσβείας στήν Ἰταλία, Γκίκα ἀπό τήν Κῶ, κ.ἄ., ἀνακαλοῦνται καί ὁ Ἅγιος καί ἡ Γερόντισσα Εὐστοχία. Ἐπανῆλθε λοιπόν στήν Πάτμο «προσκαρτερῶν καί θλιβόμενος». κατά τά ἔτη 1939-1940 ἐχρημάτισε ἐφημέριος τοῦ Ιεροῦ Προσκυνήματος Παναγίας Διασωζούσης, ὅπου ἀξιοποίησε τόν χῶρο καί ἔκανε οἰκοδομικές ἐργασίες19. Κατά τόν πόλεμο τοῦ 1940 ὁ Ἅγιος ἀναλαμβάνει ὡς Προϊστάμενος τό Ιερό Σπήλαιο. Ἐκεῖ θυσιάζεται στήν κυριολεξία. Στερεῖται καί τόν ἐπιούσιο ἄρτο, γιά νά τόν προσφέρει στίς πεινασμένες οἰκογένειες. Ἡ Πάτμος τό ’40 δέχεται 2.000 Λέριους πρόσφυγες πού ἔφυγαν ἀπό τόν τόπο τους λόγῳ τῶν συνεχῶν βομβαρδισμῶν. Δημιουργεῖ ἐπιτροπή βοηθείας μέ τόν π. Παῦλο, τόν ἰατρό Παρίση Καστῆ καί τήν Μαρία Βέστη. Τακτοποιεῖ τόν κόσμο σέ σπίτια καί μοναστήρια καί στό ἱερό σπήλαιο φιλοξενεῖ 70 ἄτομα. Κατά τήν διάρκεια αὐτῶν τῶν χρόνων ὁ Ἅγ. Ἀμφιλόχιος στάθηκε ὁ πραγματικός πατέρας τῶν πεινώντων καί τῶν ὀρφανῶν ὁ προστάτης. Τελείωσε ὁ πόλεμος καί ὁ Ἅγιος συνεχίζει νά βρίσκεται στίς ἐπάλξεις τοῦ ἀγῶνος γιά τήν ἀνόρθωση τῶν ἐρειπίων τῆς φιλτάτης Δωδεκανήσου20. «Ἐπιλείψει με ὁ χρόνος διηγούμενον» τά μετά τήν Ἰταλοκρατία καί τόν πόλεμο θαυμαστά… Ὡς μεγάλη παρακαταθήκη καί στάση ζωῆς ἐγχαράσσεται στήν καρδιά μας ἠ Ἀντίστασή του. Ἀντίσταση Ἁγίου ἀνδρός. Ἀντίσταση ὑποδειγματική. Χωρίς φανατισμούς, μίση καί ὅπλα. Ἕνας εἰρηνικός πόλεμος μέ τήν ἀνωτερότητα τοῦ ρωμιοῦ καί τό ὑψηλό βίωμα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανισμοῦ.Ὁ Ἅγιος ὡς ἐνεργούμενο τῆς Χάριτος κατόρθωσε ὅσα δέν θά κατόρθωνε ἕνας ὁλάκερος στρατός: Κράτησε ἰσορροπίες Βυζαντινοῦ τρόπου ἀντιλήψεως γιά τό ἔθνος, πρᾶγμα πού πρέπει νά παραδειγματίσει ἐμᾶς τούς νεοέλληνες, γιά νά ξεφύγουμε ἀπό τίς ἀρρωστημένες ἐθνικιστικές τάσεις. Εἶναι ὁ Διαφωτιστής τῆς «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς» πού παρηγόρησε καί ἐνδυνάμωσε τόν λαό μας κατά τήν δουλεία. Εἶναι ὁ Ἀγωνιστής πού ἀπέτρεψε τόν κίνδυνο τοῦ ἐκλατινισμοῦ, τόν μεγαλύτερο καί πιό ὕπουλο κίνδυνο καί ἀπό τόν ἐξισλαμισμό λόγῳ τοῦ ὑψηλοῦ πολιτιστικοῦ ἐπιπέδου τῶν Δυτικῶν καί τῶν ὑλικῶν παροχῶν πού διευκόλυναν τήν ἀφομοίωση. Εἶναι ὁ ἐκκλησιαστικός πατριαρχικός πνευματικός πού ἀγάπησε τό Φανάρι, τήν Μητέρα τοῦ Γένους Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, τό παρελθόν, τό παρόν καί τό μέλλον τῆς ἱστορικῆς μας ὑπάρξεως. Ὁ μαχητής πού πολέμησε τό αὐτοκέφαλο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Δωδεκανήσου μέχρι θανάτου. Εἶναι ὁ ἀγαπητικός, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, πού ἀγαπᾶ καί τούς ἐχθρούς του, χωρίς νά προδώσει οὔτε τό Γένος οὔτε τήν Ἐκκλησία του. Εἶναι αὐτός πού διδάσκει τόν τρόπο τῆς ἀντίστασης τῆς Ἐκκλησίας ἀνά τούς αἰῶνες χωρίς αἵματα καί χωρίς σταυροφορίες. Διδάσκει τήν ὑπεροχή τῆς πνευματικῆς ἀντίστασης.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ἐφαρμοσμένη οἰκολογία ἀπό τόν Ἅγιο ὡς οἰκολογία τῆς διατήρησης τῶν εἰδῶν, τῆς προστασίας τοῦ περιβάλλοντος, τῆς διαχείρισης τῆς καλλιέργειας, λαμβάνοντας ὑπόψιν τήν ὑγεία τοῦ κοινοβίου, καί τήν ἀνθρώπινη ἐπίδραση. 

2. Ἀρχιμ. Παύλου Νικηταρᾶ, Ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου, 2018, σελ. 19- 21 καί Ὁ Γέροντάς μας, Ἔκδοση Ἱ. Μονῆς παναγίας Ἐλεούσης Ρότσου Καλύμνου, 1986, σελ. 14-17 καί Ἰγνατίου Λ. Τριάντη, Ἐψηφισμένου Μητροπ. Βερατίου, Αὐλῶνος καί Κανίνης,Ὁ Γέροντας τῆς Πάτμου, 1993, σελ. 14 κ. ἑξ

3. ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ Οἱ μεγάλοι διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Γένους Μακάριος Νοταρᾶς, Νικόδημος Ἁγιορείτης καί Ἀθανάσιος Πάριος, οἱ κολλυβάδες Ἅγιοι ἦλθαν σέ σύγκρουση, μέ τούς δυτικόφρονες εὐρωπαϊστές καί εὐρωπαΐζοντες ἐκπροσώπους τοῦ Νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ, οἱ ὁποῖοι ἄκριτα καί μονομερῶς υἱοθέτησαν τίς ἰδέες τοῦ Γαλλικοῦ Διαφωτισμοῦ, ἀκόμη καί τήν ἀθεΐα τοῦ Βολταίρου, καί προσπάθησαν νά μεταστρέψουν τήν πορεία τοῦ ἰσορροπημένου νεοελληνικοῦ πολιτισμοῦ πρός τήν κλασσική ἀρχαιότητα καί τήν δυτική κουλτούρα, ἐκθειάζοντας καί προβάλλοντας τήν θύραθεν παιδεία καί ἐξοστρακίζοντας τήν παράδοση τῆς ἐκκλησίας μας. Τό κίνημα χαρακτηρίστηκε ὡς φιλοκαλική Ἀναγέννηση (Μητροπολίτης Μαυροβουνίου Ἀμφιλόχιος ράντοβιτς, Ἡ φιλοκαλική ἀναγέννησις τοῦ ίη΄ καί ίΘ΄ αἰ. καί οἱ πνευματικοί καρποί της, Ἀθῆναι 1984).

4. ΙΤΑΛΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΕΙΝΑ Ἡ περίοδος τῆς ἰταλοκρατίας, εἶναι ἡ πιό κρίσιμη περίοδος στήν Δωδεκάνησο, ἀφενός διότι οἱ Ἰταλοί φασίστες κατακτητές ἐπεδίωξαν τήν ἀλλοίωση τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως καί ἀφετέρου τόν διωγμό τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί τῶν κατά τόπους ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν, μονῶν, ἐξαρτημάτων, κ.ο.κ. Προκρίνοντας τήν ρωμαιοκαθολική πίστη καί ἐπιβάλλοντάς την μέ αἰχμή τοῦ δόρατος τήν ὑποχρεωτική ἐκπαίδευση στήν ἰταλική παιδεία, γλῶσσα καί θρησκεία. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Δωδεκανήσου ἀντιστάθηκε μέ ἕνα ὑγιές δυναμικό σῶμα πνευματοφόρων πατέρων. Ἀνάμεσά τους καί σέ προεξάρχουσα θέση, ὀ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος. 

5. Ἀρχιμ. παύλου, ὅ.π., σελ. 123 (ἐπιστολή π. Ἀμφιλοχίου εἰς Μαρίκα Κουφάκη, Ἰούλιος 1955). 

6. ΙΤΑΛΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΕΙΝΑ «Ἡ Ἰταλία κατέλαβε τήν Ρόδο τό 1911 κατά τήν διάρκεια τοῦ τουρκοϊταλικοῦ πολέμου, γιά νά ἐπιτηρεῖ τίς τουρκικές νηοπομπές πού ἔφευγαν γιά τήν Λιβύη ὅπου οἱ δύο χῶρες μάχονταν. Ὁ ἰταλός ναύαρχος διαβεβαίωσε τόν πληθυσμό ὅτι ἡ χώρα του θά μείνει προσωρινά στό νησιωτικό σύμπλεγμα γιά τίς ἀνάγκες τοῦ πολέμου καί μετά θά τό παραχωρήσουν στήν Ἑλλάδα. στήν συνέχεια ὅμως στρογγυλοκάθισαν καί ἄρχισαν μιά συστηματική προσπάθεια ἐξιταλισμοῦ τῶν Ἑλλήνων πού ἀποτελοῦσαν τήν συντριπτική πλειοψηφία τῶν κατοίκων. Μετά τό 1922 πού ἀνέβηκε ὁ Μουσολίνι, ἡ προσπάθεια ἀφελληνισμοῦ τῶν Δωδεκανησίων πῆρε βίαιες καί τεράστιες διαστάσεις. Ἀρχικά ὁ Μάριο Λάγγο καί στήν συνέχεια ὁ στενός συνεργάτης τοῦ Μουσολίνι ντέ Βέτσι, ὡς διοικητές καί ἀπόλυτοι ἄρχοντες τῶν νησιῶν, ἐπέβαλαν φρικτά μέτρα ἀποκόλλησης τῶν Δωδεκανησίων ἀπό τήν ἑλληνική τους συνείδηση. Ἔκλεισαν τά ἑλληνικά σχολεῖα, οἱ μαθητές ὑποχρεωτικά πήγαιναν σέ ἰταλικά, ἀπαγορεύτηκε αὐστηρά ἡ ὁμιλία τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἰδιωτικῶς καί δημοσίως μέ ποινή φυλάκισης, ἐνῶ ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησία τέθηκε οὐσιαστικά ὑπό διωγμό κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση τῶν καθολικῶν τοῦ Βατικανοῦ. Ἄρχισαν νά ἐπιβάλλουν συστηματικά τούς γάμους Ἰταλῶν μέ Δωδεκανήσιες, ἔδιναν κίνητρα στούς μεγαλύτερους νά μάθουν τήν ἰταλική γλῶσσα σέ φροντιστήρια, ἔδιναν ὑποτροφία σέ ὅποιον νέο ἤθελε νά σπουδάσει σέ Ἰταλικά λύκεια ἤ σέ πανεπιστήμια στήν χώρα τους. Ὅποιος δέν μάθαινε ἰταλικά δέν μποροῦσε νά κάνει μεροκάματα στά δημόσια ἔργα, οὔτε νά πιάσει δουλειά σέ ἐργοστάσια. Γιά νά πάρει κανείς ἄδεια νά ἀνοίξει μαγαζί, νά γίνει πλανόδιος πωλητής ἤ νά ἀσκήσει ἐλεύθερο ἐπάγγελμα (π.χ. γιατρός) ἔπρεπε νά πάρει ἰταλική ὑπηκοότητα, νά στέλνει τά παιδιά του στό ἰταλικό σχολεῖο καί νά γραφτεῖ στό φασιστικό κόμμα. Κάθε πρωΐ καί βράδυ πού μιά κανονιά ἀπ’ τό φρούριο ἀνήγγελλε τήν ἔπαρση καί τήν ὑποστολή τῆς ἰταλικῆς σημαίας, ἔπρεπε ὅλος ὁ πληθυσμός νά σταθεῖ ἀκίνητος ὅπου βρισκόταν. Χαιρετοῦσαν ὑποχρεωτικά μέ τόν φασιστικό χαιρετισμό τοῦ ὑψωμένου χεριοῦ, ἀπαγορεύτηκαν οἱ χειροτονίες νέων ἱερέων, διορίστηκαν δήμαρχοι καί κοινοτάρχες πού ντύνονταν μέ τήν φασιστική στολή. Τά νησιά γέμισαν μέ καθολικές ἐκκλησίες, κάθε πρωΐ στά σχολεῖα γινόταν ἡ ἔπαρση τῆς ἰταλικῆς σημαίας καί τά παιδάκια τραγουδοῦσαν τόν ὕμνο τοῦ Μουσολίνι, ἐνῶ κάθε Δωδεκανήσιος πού συναντοῦσε Ἰταλό στόν δρόμο του ἔπρεπε νά χαμηλώνει τά μάτια του. Ἄν ἦταν πάνω σέ ἄλογο ἤ γαϊδούρι, ἔπρεπε νά ἀφιππεύσει ἀμέσως. Οἱ μισθοί γιά ὅσους γίνονταν Ἰταλοί πολίτες ἦταν δεκαπλάσιοι ἀπ’ τούς ἄλλους» (Δ. καμπουράκης: Μιά σταγόνα ἱστορία, ἐκδ. πατάκης σελ. 32). 

7. π. Ἰγν. Τριάντη, ὅ.π., σελ. 35-39. 

8. π. Ἰγν. Τριάντη, ὅ.π., σελ. 41.

9. Το 1926 ἡ «Ἀδελφότης Ζωή» ὀργάνωσε τά πρῶτα της κατηχητικά σχολεῖα, παράλληλα, ὀργανώθηκαν κατηχητικές συνάξεις γιά ὅλες τίς ἡλικίες, μέ κυριότερες τούς κύκλους μελέτης Ἁγίας Γραφῆς Ἰ[ωάννης] Θ. [κολιτσάρας], «Ζωή (Ἀδελφότης, περιοδικόν)», στό: Μεγάλη παιδαγωγική Ἐγκυκλοπαιδεία, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, τόμ. 3 (1968), σελ. 38-40. 

10. π. Ἰγν. Τριάντη, ὅ.π., σελ. 42

11. π. Ἰγν. Τριάντη, ὅ.π., σελ. 45 

12. Θεμελίνας Καπελλᾶ, Ὁ ἀγώνας τῶν γυναικῶν τό 1935 καί ὁ πετροπόλεμος, «καλυμνιακά Χρονικά», τ. στ΄, σελ. 88. 

13. Ἀρχιμ. παύλου νικηταρᾶ, Οὐνία καί παπισμός (στό περιοδ. «Ἐνορία», ἄνοιξη 1995). 

14. ΙΤΑΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΑΦΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ «Οἱ δάσκαλοι Δωδεκανήσιοι πού ἔβγαιναν ἀπό τό Ἰταλικό Διδασκαλεῖο –Istituto Magistrale– ἐδίδασκαν καί τά Ἰταλικά, ἐκτός ἀπό τούς γνωστούς Ἰταλούς καί Ἰταλίδες δασκάλισσες πού εἶχαν σκορπιστεῖ σ’ ὅλα τά νησιά γιά νά ἐφαρμόσουν μέ ἄγριο φανατισμό τήν ἰταλοποίηση τῶν νησιῶν. Γιά νά μήν μποροῦν ὅμως μερικοί ἀνυπόταχτοι δάσκαλοι νά διδάξουν ἑλληνικά, ἀκόμη καί στά κρυφά, ἔβαλαν σέ ἐνέργεια ἕνα πιεστικό καί καθημερινό σύστημα ἐπιθεωρήσεως. Ἐκτός δηλ. ἀπό τόν γενικό ἐπιθεωρητή Ρόδου καί τήν περιοδεύουσα κατά χρονικά διαστήματα ἀκολουθία του (δυστυχῶς ἦταν καί μερικοί ἑλληνόφωνοι ἐπιθεωρητές ἰταλόδουλοι καί ἀνάξιοι Γραικύλοι) ἐγκατέστησαν σέ κάθε νησί ἐπιτόπιους Ἰταλούς διευθυντές τῆς παιδείας καί κάθε μέρα ἔπαιρναν τά αὐτοκίνητα κι ἐγύριζαν διαρκῶς τά χωριά κι ἐπέβλεπαν αὐστηρά τήν καθημερινή διδασκαλία, ὥστε νά μήν εἶναι δυνατό, κάτω ἀπό τά μάτια τῶν καραμπινιέρων, τῶν κατασκόπων καί τῶν δημάρχων –ἰταλικῶν, τώρα πιά, διορισμένων ὑπαλλήλων– νά τολμήσει κανένας δάσκαλος ἔστω καί γιά μιά ὥρα τήν βδομάδα νά μιλήσει ἤ νά διδάξει κάτι ἑλληνικό στούς μαθητές του…» Μ. Μιχαηλίδης-Νουάρος, Γιά νά γνωρίσουμε τή Δωδεκάνησο, Ἀθήνα 1945, σελ. 33.

15. Ἀρχιμ. Παύλου Νικηταρᾶ, Ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου, ἕβδομη ἔκδοση ἐπηυξημένη καί ἀναθεωρημένη ὑπό τοῦ Ἀρχιμ. Ἀντίπα Νικηταρᾶ, ὅ.π., 59-60.

16. π. Ἰγν. Τριάντη, ὅ.π., σελ. 66 

17. Ἀρχιμ. παύλου, ὅ.π., σελ. 31-32. Βλ. περισσότερα στήν ἀνέκδοτη ἐπιστολή τοῦ Γέροντος πρός τήν Α.Θ.Π. τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Βενιαμίν (1937). 

18. Ἀρχιμ. Παύλου Νικηταρᾶ, Ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου, ἕβδομη ἔκδοση ἐπηυξημένη καί ἀναθεωρημένη ὑπό τοῦ Ἀρχιμ. Ἀντίπα Νικηταρᾶ, ὅ.π., σελ. 6. 

19. π. Ἰγν. Τριάντη, ὅ.π., σελ. 74-77. Ἀρχιμ. Παύλου, ὅ.π., σελ. 47-48. 20. Ἀρχιμ. Παύλου, ὅ.π., σελ. 34-36

 https://www.imr.gr/files/Periodiko_Dodekanisos/12nisos22.pdf

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου