29 Αυγούστου, 2024

ΟΙ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΕΣΤΡΟΥ Δ.ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ.

 

Εξ αιτίας της μορφώσεώς του –απόφοιτος Νομικής Σχολής Αθηνών, γνώστης ξένων γλωσσών128 – και ενώ ήταν ακόμη δόκιμος, προτείνεται ως υποψήφιος για την θέση του Σχολάρχη στην Αθωνιάδα, 129 όπου και παραλίγο να εκλεγεί. 130 Λόγω της αρετής του γίνεται μέσα σε 10 μήνες μεγαλόσχημος μοναχός, το Σάββατο του Λαζάρου στις 5 Απριλίου 1908, μετονομασθείς Νείλος. 131 Ο περίφημος Γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης132 γράφει προς τον Ηγούμενο: «Προάγομαι δια ταύτης μου, όπως δηλώσω Αυτή τα συγχαρητήριά μου, ου μη δε και την διάπυρον ευχαρίστησίν μου, επί τη αποκάρση του πνευματικού Υμίν Τέκνου νεοκάρου Νείλου Μοναχού…». 133 Δεν ξέρουμε με βεβαιότητα αν ο μικρός Δημήτρης παρευρέθηκε στην κουρά του θείου του, αν και το πιθανότερο είναι να ήταν παρών. Γεγονός πάντως είναι ότι μετά από λίγο καιρό ο Νείλος κατεβαίνει στην Αθήνα ως βιβλιοθηκάριος134 για την αγορά και συλλογή βιβλίων για την δημιουργία εκ νέου της βιβλιοθήκης στη Μονή. 135 Κατά την παρουσία του ανακύπτει και το ζήτημα του μετοχίου της Αναλήψεως. 136 Ένας μακρινός συγγενής θέλει να κληροδοτήσει το κτήμα του στη  Σιμωνόπετρα και ο Νείλος αναλαμβάνει την προετοιμασία μέχρι την οριστική υπογραφή των συμβολαίων από τον Ηγούμενο Ιωαννίκιο, οπότε η διαμονή του παρατείνεται ως τις αρχές Οκτωβρίου. 137 Έτσι ο Δημήτρης ζει από κοντά τον αγαπημένο του θείο και μάλιστα γνωρίζεται, και με τον Ηγούμενο της Μονής. 138 Ο πόθος για την μοναχική ζωή αρχίζει ήδη και έμπνευση είναι η ασκητική μορφή του Νείλου. Στην πολύμηνη παραμονή του στην Αθήνα όχι μόνο είχαν την δυνατότητα να μιλήσουν, αλλά δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει την δύναμη του αγιορειτικού μοναχικού φρονήματος του θείου του. Γράφει ο Νείλος προς τον Γέροντά του: «Με είδεν ο ιατρός και με εύρεν αδύνατον και κρυολογημένον προ μηνών. Μου έδωκε τα αναγκαία φάρμακα και μου έκανε και κάμει ακόμη μερικάς ενέσεις τονωτικάς ώστε να εννοήσω μέχρι σήμερον μεγάλην βελτίωσιν και με διαβεβαίωσεν ότι θα είμαι εντελώς καλά μετ’ ολίγας ημέρας. Μοι είπεν ότι πρέπει ενόσω είμαι ενταύθα να τρώγω κρέας διά να επιταχυνθή η βελτίωσις, αλλά δεν θέλω να φάγω». 139 Αυτή η αυτοθυσιαστική στάση του θείου θα μείνει ένα ζωντανό μάθημα για όλη τη ζωή του μαέστρου. Ο Νείλος στην Μονή αναλαμβάνει και χρέη γραμματέα, 140 ενώ τον Ιούνιο του 1909 εκλέγεται και διορίζεται στη θέση του Αρχιγραμματέα της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους. 141 Παραμένει στη θέση αυτή κατά την θητεία της Διονυσιάτικης Επιστασίας (1909-1910) και κατά την Λαυριώτικη (1910-1911), 142 διακονώντας με υπευθυνότητα, αγάπη και ταπείνωση. Λόγω θέσης, κυρίως όμως λόγω των νομικών του γνώσεων, συμβάλλει στην σύνταξη και διαμόρφωση των «Γενικών Κανονισμών», δηλαδή του αρχικού κειμένου του Καταστατικού Χάρτη του Αγίου Όρους, 143 συνεργαζόμενος με τον έξαρχο του Πατριαρχείου Μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίο, 144 . 145 Ταυτόχρονα διευθετεί έναν μεγάλο όγκο από τις αγοραστικές και γραμματειακές ανάγκες της Μονής με απόλυτη υπακοή στον Γέροντά του. Τελικά, για λόγους υγείας, παραιτείται, 146 και έπειτα από φρικτούς  πόνους και ταλαιπωρία  πεθαίνει στις 19 Ιουλίου του 1911,  μόλις 40 ετών. 149 Ήταν τόσο αγαπητός, σεβαστός και αποδεκτός από τους Αγιορείτες ώστε: «Δια τον μακαρίτην Νείλον οι αντιπρόσωποι θα έλθουν θεληματικώς και παρακαλούν να πάρουμε και Δεσπότη». 150 Άφησε μόνον άριστες εντυπώσεις. Ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄151 έλεγε πως «τα Πατριαρχεία είχαν δεκάδες ετών να λάβουν τοιαύτα γράμματα εκ της Ιεράς Κοινότητος»152 , αλλά και «Η Ιερά Κοινότης δια ταύτα ιδιαζόντως εξέφρασεν αυτώ την ευαρέσκειάν της»153 και γενικά, «Την μετάθεση του αδελφού μας Νείλου ελυπήθηκαμε πολύ αλλά τον είδα πολύ καλά με μεγάλη πεποίθησι σας γράφω ότι επόθει πρίν έρθει στο μοναστήρι από την Αθήνα είχε αφήσει τον κόσμο, είχε μεγάλη αυταπάρνηση και είχε την ελεημοσύνη και πολλά καλά χαρίσματα». 154 

Σχέση του μαέστρου με τον Νείλο. 

Ο Δημητράκης επισκέπτονταν αυτό το διάστημα συνεχώς τον θείο του στο Άγιον Όρος και ζούσε την μοναχική ζωή. Στις συνεντεύξεις του μιλά για επιθυμία να γίνει και εκείνος μοναχός στο μοναστήρι ‘των θείων του’ στον Άθωνα, δηλαδή στην Σιμωνόπετρα. Καθώς το παιδί μεγάλωνε, κατανοούσε περισσότερο την αρετή του θείου του και ο δεσμός μεταξύ τους γινόταν εντονότερος και ουσιαστικότερος. Από την περίοδο αυτή είχε πάντα μαζί του στο δωμάτιό του μια εικόνα της Παναγίας155 και δύο μεγάλους σταυρούς. 156 Πιθανόν τότε να ζήτησε φωτογραφία του θείου του - αυτή που είχε πάνω στο πιάνο του- γιατί το καλοκαίρι του 1910 ο Νείλος παραγγέλνει (πρώτη και μοναδική φορά) μία κορνίζα, 157 την οποία θα δώρισε στον ανηψιό του. Όπως τότε που ήταν λαϊκός φρόντιζε για την μουσική και εν γένει παιδεία του, έτσι συνεχίζει και κατά την περίοδο που είναι μοναχός να του κάνει δώρα βιβλία. Τον Δεκέμβριο του 1909 μεταξύ των βιβλίων που παραγγέλνει, είναι και οι άθλιοι του Ουγκώ, το οποίο -μιας και δεν βρίσκεται στα προσωπικά βιβλία του Νείλου και της Μονής, αφού όλα τα βιβλία του Νείλου στάλθηκαν στο Μοναστήρι, ενώ όλα τα προσωπικά του αντικείμενα, όπως ρουχισμός και στρώμα, θάφτηκαν κατά την εντολή των γιατρών λόγω της φυματίωσης158 -θα δώρισε στην επίσκεψη του Δημητράκη, κατά τις διακοπές των Χριστουγέννων της χρονιάς εκείνης. 159  

Ο Γιάννης Μητρόπουλος μετά τον θάνατο του αδελφού του ζητά να του στείλουν το σταυρουδάκι που φορούσε ο Νείλος: «Ο Μακαρίτης αδελφός μου είχεν ένα σταυρόν με τίμιον ξύλον Σας παρακαλώ επειδή το θέλω δια τον υιόν μου έαν έχετε την καλοσύνην μου το στέλλετε ή ιδικόν σας τίμιον ξύλον και θέλετε μεγάλην μου κάμετε εκδούλευσιν». 160 Ωστόσο, το σταυρουδάκι δεν βρίσκεται και ξαναγράφει: «Τον Σταυρόν του αδελφού μου καθώς με πληροφορεί ο αδελφός Ιερώνυμος μόνο ο περιποιούμενος αυτόν μοναχός θα έχει γνώσιν τούτου εάν υπήρχε επ’ αυτώ διότι πιθανόν και να τον απώλεσε από την εποχήν της εντεύθεν διαμονής του». 161 Τελικά ο Ηγούμενος Ιωαννίκιος στέλνει ένα σταυρουδάκι στον Γιάννη για τον Δημητράκη, απόδειξη της αγάπης και της στοργής προς τον νεαρό, που παραλίγο θα γινόταν Σιμωνοπετρίτης162 και ο Γιάννης τον ευχαριστεί: «Έλαβα επίσης τα μίγδαλα και φουντούκια καθώς και τον σταυρόν του Τιμίου Ξύλου και σας ευχαριστώ πολύ όπου ηξιώθην να λάβω το ποθούμενο». 163 Τον σταυρό αυτόν ο μαέστρος τον φορούσε πάντα: «κάτω από το πουκάμισό του μαζί με ένα μενταγιόν της Παρθένου Μαρίας στη φόδρα του παλτού του, χωρίς ποτέ να τολμήσει να διευθύνει χωρίς αυτά τα δύο»164 και μάλιστα στο αφιέρωμα του περιοδικού ‘LIFE’ φωτογραφίζεται με μαγιό και φαίνεται καθαρά ο σταυρός στο στήθος του, 165 ενώ ο αρθρογράφος επιβεβαιώνει: «Ήταν γνωστό (πολλοί μουσικοί το είχαν επιβεβαιώσει) ότι ο Δημήτρης Μητρόπουλος προσευχόταν συχνά στο καμαρίνι του πριν από τις συναυλίες και ότι φορούσε ένα μεγάλο σταυρό κάτω από το πουκάμισό του».

«It was known for a fact (many musicians had confirmed it) that Dimitri Mitropoulos often prayed in his dressing room before concerts and that he wore a large crucifix under his shirt». 166 

Κατόπιν, τον χάνει, πιθανότατα σε κάποια ορειβατική εξόρμηση, ή και πιθανό είναι να τον είχε χαρίσει και παρακαλεί την φίλη του Καίτη Κατσογιάννη να του βρεί σταυρό με Τίμιο Ξύλο, όπως του είχε δώσει ο Γέροντας Ιωαννίκιος. Το αίτημά του δεν υπάρχει στην υπάρχουσα αλληλογραφία των δύο φίλων. Και αυτό συμβαίνει διότι ανάμεσα στα γράμματα που αντάλλασσαν, μεσολάβησε μια συνάντησή τους, όπου και προφανώς, ο μαέστρος θα εξέφρασε την ανάλογη επιθυμία. Η Κατσογιάννη κατόπιν του γράφει: «Παράγγειλα επίσης μ’ένα φίλο μου που φεύγει για την Πόλη και που θα ιδεί τον Πατριάρχη, να του ζητήσει για σένα ένα Σταυρό με Τίμιο Ξύλο. Είναι σήμερα πράγμα σπάνιο, ώστε μόνο ο Πατριάρχης θα μπορούσε να μας το προμηθεύσει –και είμαι βέβαιη πως θα εκπληρώσει αυτή σου την επιθυμία». 167

-24-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου