17 Οκτωβρίου, 2024

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΠΛΟΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΕΓΙΝΕ ΕΠΙ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΙΑΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗ.

 Έτσι στις 30 Νοεμβρίου 1874 όταν έπρεπε να ψηφισθεί ο προϋπολογισμός του κράτους, έγινε ένσταση υπό του Α. Ρούκη και του Σ. Σωτηρόπουλου πως δεν υπάρχει η απαιτούμενη απαρτία. Στη συζήτηση που έγινε στις 2 Δεκεμβρίου για την επικύρωση των πρακτικών της Βουλής της 30 Νοεμβρίου, το κυβερνητικό στρατόπεδο υποστήριζε πως υπήρχε απαρτία. Ολόκληρη η αντιπολίτευση με εντονότερη τη στάση του Κουμουνδούρου,  υποστήριζαν πως δεν υπήρχε απαρτία μόνο με 85 βουλευτές. 

Η Βουλή μαζί με τους βουλευτές από τα Επτάνησα είχε 190 μέλη, και σύμφωνα με το 56ο άρθρο του Συντάγματος έπρεπε για να υπάρχει απαρτία να είναι παρόντες 96 βουλευτές21 . Ο πρόεδρος της Βουλής Ιωάννης Ζάρκος υποστήριξε πως βρίσκονταν 103 βουλευτές εκεί και συνέχισε τη συνεδρίαση για να ψηφιστεί ο προϋπολογισμός, χωρίς να υπολογίσει τις αντίθετες τοποθετήσεις των βουλευτών της αντιπολίτευσης. 

Στις 2 Δεκεμβρίου όταν ο Ι. Ζάρκος κάλεσε τη Βουλή να επικυρώσει τα πρακτικά της προηγούμενης συνεδρίασης, ο Θρ. Ζαΐμης μαζί με τον Κουμουνδούρο είπαν πως δεν υπήρξε συνεδρίαση, άρα ούτε πρακτικά της συνεδρίασης θα έπρεπε να επικυρωθούν, ενώ  ζήτησαν να δεχθεί την άποψή τους η κυβέρνηση. Η Βουλή με ψήφους 80 υπέρ, 61 κατά και 3 αποχές καταψήφισε την πρόταση. Μετά από αυτήν την εξέλιξη όλοι οι αντιπολιτευόμενοι βουλευτές έφυγαν, με αποτέλεσμα να μην δύναται η Βουλή να συνεχίσει το έργο της μόνο με 80 κυβερνητικούς βουλευτές. Την επόμενη ημέρα δημοσιεύτηκε διάταγμα και αφορούσε το τέλος της Α´ συνόδου22 . 

Η διένεξη αυτή άρχισε να κορυφώνεται, αφού 58 βουλευτές του αντιπολιτευτικού χώρου υπέγραψαν κοινή διαμαρτυρία που ο βουλευτής Ξηροχωρίου Α. Πετσάλης παρέδωσε στον βασιλιά Γεώργιο Α´. Οι εφημεριδες της περιόδου εκείνης ξεσηκώθηκαν καταγγέλοντας στον ελληνικό λαό την πραξικοπηματική αυτή κίνηση της κυβέρνησης. Τόσο μεγάλη ήταν η αντίδραση του κόσμου σε αυτές τις μεθοδεύσεις, ώστε αναφέρθηκαν πολλές δημόσιες αποδοκιμασίες υπουργών, σε τέτοιο σημείο μάλιστα που ήταν αδύνατο να κυκλοφορούν σε δημόσιες συγκεντρώσεις. Ο Δ. Βούλγαρης έριχνε το φταίξιμο, μαζί με τις εφημεριδες που τον στήριξαν, στο ισχύον Σύνταγμα. Όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα να φουντώσουν οι φημολογίες σε τέτοιο βαθμό ώστε τα ανάκτορα να έλθουν σε πολύ δύσκολη θέση. Ο ξένος Τύπος τροφοδοτούσε το αρνητικό κλίμα με συνεχόμενα δημοσιεύματα που τόνιζαν την επιθυμία του νέου βασιλιά να παραιτηθεί από το θρόνο ακόμη και εξ ονόματος  της Δυναστείας. 

Ο βασιλιάς ζήτησε από τον Δ. Βούλγαρη να συγκληθεί ξανά το κοινοβούλιο, χωρίς όμως να υπάρξει απαρτία, αφού ήταν παρόντες 92 μόνο βουλευτές. Ο πρωθυπουργός δεν έδειξε να τον ανησυχεί αυτή η εξέλιξη, ενώ οι εφημεριδες έγραφαν πως το Σύνταγμα βρισκόταν σε κίνδυνο. Οι κυβερνητικοί βουλευτές είχαν μείνει μόνο 81, από 92 που ήταν αρχικά23 . 

Από 5 έως 19 Μαρτίου 1875 έγινε όπως είδαμε η συνάθροιση των 92 βουλευτών, όπως σημειώνει ο Τ. Ευαγγελίδης : «[…] η συνεδρία εθεωρήθη ως εν απαρτία και ωρκίσθησαν βουλευταί και εξ εκείνων έτι ων η εκλογή δεν είχε εξελεγχθή, του προσωρινού Προέδρου της Βουλής Ρεβελέντου διηγηθέντος το εξής προς δικαιολογίαν της πράξεώς των: “Κύριοι, εις την συνέλευσιν μίαν φοράν εξήρεσαν εκ του καταλόγου τους απόντας, τους μη ορκισθέντας και τους αποθανόντας και έτσι έκαμαν απαρτίαν. Λοιπόν οι βουλευταί είμεθα 190, αφαιρέσατε 23 απόντας και μη ορκισθέντας κτλ. Μένουν 167, το ήμισυ 84, ημείς είμεθα 92 κι ακόμα παραπάνω. Κηρύττω απαρτίαν”»24 . Δεκαεννέα εφημεριδες της πρωτεύουσας συνυπέγραψαν έκκληση προς το λαό τονίζοντας πως το πολίτευμα βρισκόταν σε κίνδυνο. 

Οι συγκεκριμένοι 81 βουλευτές απεκλήθησαν «στηλίται», που όπως ο Τ. Ευαγγελίδης γράφει: «εκ της παρ᾽ αρχαίοις ατιμωτικής στήλης, εν η εγράφοντο τα ονόματα των μη πατριωτών, των ατίμων, ως έλεγον εκείνοι»25 . 

Μέσα σε όλα αυτά που συνέβαιναν άρχισαν να κυκλοφορούν έντονες φήμες που ενίσχυαν τις επιθέσεις της αντιπολίτευσης αλλά και του Τύπου δύο υπουργών της κυβέρνησης των Β. Νικολόπουλου, γαμπρού του πρωθυπουργού Δ. Βούλγαρη, και του Ι. Βαλασόπουλου πως δωροδοκήθηκαν για να βοηθήσουν την εκλογή τεσσάρων αρχιερέων. 

Μπροστά σε όλη αυτή την κατάσταση η παραμονή της κυβέρνησης του Δ. Βούλγαρη στην εξουσία θα αποτελούσε ουσιαστικά πραξικόπημα. Ο βασιλιάς υπόδειξε στον πρωθυπουργό να υποβάλει την παραίτησή του. Ο Δ. Βούλγαρης παραιτήθηκε26 . Στη συνέχεια ο βασιλιάς ανέθεσε στον Κουντουριώτη το σχηματισμό κυβέρνησης, αλλά ο ίδιος αρνήθηκε. Στη συνέχεια με παρέμβαση της αγγλικής πρεσβείας η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ανατέθηκε στον Χαρ. Τρικούπη, ο οποίος πέτυχε να αλλάξει το κλίμα στην πολιτική σκηνή και στην κοινωνία, όμως δεν κατάφερε να νικήσει στις εκλογές που διεξήχθησαν στις 18/30 Ιουλίου 1875, αφού μόνον αυτός και ελάχιστοι από την ομάδα του κατάφεραν να εκλεγούν. 

Στις 11/23 Αυγούστου 1875 ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ κήρυξε την έναρξη των εργασιών της Βουλής. Η κυβέρνηση αυτή κατάφερε να εξαντλήσει τη θητεία της. Κατά τον λόγο του Θρόνου στη συνεδρίαση της Α´ συνόδου της Ζ´ περιόδου, ο βασιλιάς δήλωσε ότι στηρίζει απερίφραστα την «αρχή της δεδηλωμένης», ότι δηλαδή θα ζητάει υποχρεωτικά «ως απαραίτητον προσόν των καλουμένων υπ᾽ αυτού εις την  κυβέρνησιν του τόπου την δεδηλωμένην προς αυτούς εμπιστοσύνην των αντιπροσώπων του Έθνους» 27 . 

Μέσα σε αυτό το γενικό κλίμα η δημοσιοποίηση αυτού του μεγάλου για την εποχή σκανδάλου δημιούργησε τεράστια αναστάτωση στην ελληνική κοινωνία που έβλεπε για πρώτη φορά να βγαίνουν στη δημοσιότητα ζητήματα διαπλοκής της εκκλησιαστικής με την πολιτική εξουσία. Η μεγέθυνσή του στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή από τον εγχώριο Τύπο, έστρεψε τα βλέματα του λαού πάνω σε αυτό, αδιαφορώντας για την όξυνση του Ανατολικού ζητήματος το οποίο απασχολούσε τις μεγάλες αυτοκρατορίες της περιόδου, που προσπαθούσαν με κάθε μέσο να αποκτήσουν την πολιτική ηγεμονία στον Βαλκανικό χώρο και στην Μεσόγειο. Λειτούργησε, όμως, και σαν μία βαλβίδα αποσυμπίεσης στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό της χώρας, εκτονώνοντας την όξυνση που είχαν οδηγήσει τα πολιτικά πάθη για ένα άλλο ζήτημα που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως τα στηλιτικά αφού η δίκη που έγινε αμέσως μετά από τα σιμωνιακά άφησε σχεδόν αδιάφορη την κοινή γνώμη που είχε ικανοποιηθεί από το αποτέλεσμα της δίκης στο ειδικό δικαστήριο.

-18-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου