07 Νοεμβρίου, 2024

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ´ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ ΤΩΝ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΣΙΜΩΝΙΑΚΑ

  Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα βιογραφικά σημειώματα των τεσσάρων αρχιερέων των εμπλεκομένων στον μεγάλο εκκλησιαστικό και πολιτικό σκάνδαλο που έμεινε γνωστό  στην ιστορία ως σιμωνιακά και απασχόλησε σε υπερβολικό βαθμό την κοινή γνώμη, όχι άδικα, την εποχή που ήρθε στη δημοσιότητα. 

Μέσα από αυτά τα βιογραφικά σημειώματα βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα ότι ήταν άνθρωποι πολύ μορφωμένοι με συγγραφικό έργο, με σπουδές στο εξωτερικό, κληρικοί που χρησιμοποιήθηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος σε διοικητικές θέσεις στον κεντρικό διοικητικό μηχανισμό, στάλθηκαν σε αποστολές στο εξωτερικό, δίδαξαν στην εκπαίδευση, γνώριζαν ξένες γλώσσες, με πολυποίκιλο μεγάλο ποιμαντικό και κοινωνικό έργο, και ήθελαν να προαχθούν. Όμως, για να προαχθούν στον βαθμό του επισκόπου και να προσφέρουν στην εκκλησία και στην κοινωνία πολύ περισσότερα πράγματα, έπρεπε να επικυρώσει το διορισμό τους η Πολιτεία. Δυστυχώς, οι μηχανισμοί της πολιτικής εξουσίας είχαν φροντίσει η επιλογή των αρχιερέων να παραμένει ουσιαστικά αποκλειστικό δικαίωμα της Πολιτείας. Έτσι, αναγκάζονταν όσοι ήθελαν να γίνουν αρχιερείς να μπουν σε υπόγειες διαδικασίες και διαδρομές, ανάρμοστες με την ιδιότητά τους, ξένες προς το πνεύμα και το ήθος της  Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι διαδικασίες αυτές δεν έμειναν κρυφές από τον λαό, αφού οι ψίθυροι μαζί με τα δημοσιεύματα των εφ/ριδων κατάφεραν να σκανδαλίσουν τελικά το ορθόδοξο ποίμνιο, αφήνοντας μία γεύση πικρίας σε όσους αποφάσιζαν να μη χρησιμοποιήσουν τα ίδια μέσα με αυτούς που τελικά υπέκυψαν στους εκβιασμούς και στις παράνομες συναλλαγές. 

Ο αρχιεπ. Πατρών και Ηλείας Αβέρκιος Λαμπίρης ήταν γιος του Λουκά Λαμπίρη. Ο τόπος γέννησής του ήταν η Βλασιά Καλαβρύτων. Έγινε μοναχός στην ιερά μονή Ταξιαρχών Αιγιαλείας στις 6 Ιουνίου 1842. Ενώ ήταν μοναχός κατάφερε να τελειώσει το γυμνάσιο και να σπουδάσει στη Θεολογική Σχολή του Εθνικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά τη λήψη του πτυχίου του έφυγε για τη Γερμανία με σκοπό να συνεχίσει τις σπουδές του. Αργότερα γύρισε στην Ελλάδα όπου χειροτονήθηκε και δίδαξε ως καθηγητής του μαθήματος των θρησκευτικών στο Δ´ Γυμνάσιο Αθηνών. Ο ίδιος σε επιστολή του στην εφ. «Λόγος» της Αθήνας με ημ. 20-4-1868, φ. 8, έγραφε: έγραφε: «διατρύρων μόχθων και εσχάτης ενδείας επί μακρά έτη προσεπάθησεν, ως οίον τε, να μορφώσει εαυτόν όπως αποβή πρώτος μεν χρηστός και ωφέλιμος εις εαυτόν, είτα δε εις την Εκκλησίαν και πολιτείαν χρήσιμος». Ιδιαίτερη αίσθηση στους κύκλους των λογίων των Αθηνών έκανε η μετάφραση από τα Γερμανικά του έργου: «Λόγοι εν λίθοις, επιβεβαιούντος την συμφωνίαν της Πεντατεύχου και ιδίως της Γενέσεως και της Γεωλογίας», ενώ δημοσίευσε το έτος 1867 το «Έργο Χριστιανικής γνώσεως και σοφίας λόγοι τριάκοντα» και το έτος 1882 το έργο «Λόγοι εις το Πάθος του Κυρίου»133

Στην ακολουθία του Αγίου ενδόξου ιερομάρτυρος Γρηγορίου του Ε´ (του εκ Δημητσάνης) Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως και Οικ. Πατριάρχου του μαρτυρήσαντος εν έτει 1821 τη 10η Απριλίου υπέρ της Ορθοδόξου υμών πίστεως και της του γένους ελευθερίας, που συνέταξε ο μητρόπ. Ζακύνθου Νικόλαος Κοκκίνης το 1882, διαβάζουμε: 

«ΤΟΙΣ ΕΝΤΕΥΞΟΜΕΝΟΙΣ 

Επειδή τη 10η ισταμένου πρόκειται η Σεπτη Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος να αναγνωρίση ως άγιον τον αοίδιμον   εθνομάρτυρα και Οικουμενικόν Πατριάρχην Γρηγόριον τον Ε´,  τον εκ Δημητσάνης, φόρον τιμής αποτίοντες εις την πανσέβαστον μνήμην του ευκλεούς ιεράρχου έγνωμεν, όπως προβώμεν εις ανατύπωσιν της ιεράς ακολουθίας αυτού, άτε των δυο ή τριών ακολουθιών, αίτινες εξεδόθησαν, διαρκούντος του υπέρ ανεξαρτησίας αγώνος και μετ᾽ αυτόν, προ πολλού ήδη εξαντληθεισών. Προετιμήσαμεν δε, άτε αρχαιοτέραν πασών, την υπό του Μητροπολίτου Ζακύνθου Ν. Κοκκίνη συντεθείσαν τω 1822, αντίτυπον της οποίας ο Αρχιμανδρίτης Αβέρκιος Λαμπίρης, ο μετά ταύτα αρχιεπίσκοπος Πατρών και Ηλείας, έδωκεν εις τόν Γ.Ν. Πιλάβιον, όστις εδημοσίευσεν αυτήν εις το τέλος (σ. 279-301) του κατά το 1871 εν Αθήναις εκδοθέντος πονήματος αυτού “Τα κατά τον Πατριάρχην Γρηγόριον τον Ε´ (1821-1871)” προτάξας αυτής εν σελ. 278 τα επόμενα:“Η παρούσα ακολουθία, περιελθούσα τυχαίως εις χείρας του πανοσιωτάτου αρχιμανδρίτου κυρίου Αβερκίου Λ. Λαμπίρη, εδόθη ημίν προθύμως αιτήσασιν εις δημοσίευσιν … Νομίζομεν δ᾽ ότι δια της δημοσιεύσεως της παρούσης Ακολουθίας … το καταλαβόν κατά την μεγάλην εκείνην εποχήν αίσθημα το έθνος όλον δια την πολύτιμον ελευθερίαν του καταφανέστερον γίνεται. Έτι δε πασιφανώς δεικνύει αύτη πώς ευθύς εξ υπαρχής εθεωρήθη και επιστεύθη η μεγάλη του περικλεούς Πατριάρχου θυσία, εκ διττής δηλαδή αφορμής, θρησκευτικής τε και πολιτικής, ως εκ των υστέρων τούτ᾽ αυτό εκυρώθη”. 

Εν Αθήναις τη 2α Απριλίου 1921. 

Ο εκδότης ΑΝΔΡ. Β. ΠΑΣΧΑΣ (εκ Δημητσάνης)»134  

Επίσης, μετέφρασε από τα γερμανικά το έργο «Θρησκευτικαί Σίβυλλαι μετά παραρτήματος περί του Χρυσού Αιώνος» το έτος 1872 . 

Επί των ημερών του μητροπ. Αθηνών Θεοφίλου διορίσθηκε γραμματέας της Ι.Σ. σε μια δύσκολη για τη Ορθοδοξία περίοδο. Η ίδρυση της Βουλγαρικής εξαρχίας και η καταδίκη του εθνοφυλετισμού από την Σύνοδο του Ο.Π.Κ. το 1872 είχε επηρεάσει πολύ έντονα την Ελλαδική Εκκλησία αλλά και την κοινωνία. Ο μητρόπ. Αθηνών ανέθεσε στον Α. Λαμπίρη. να εκφωνήσει λόγο στη μητρόπολη Αθηνών μετά την ανάγνωση του κειμένου της αποφάσεως της Συνόδου του Ο.Π.Κ. Ο λόγος όμως που εκφώνησε έγινε η αιτία να απομακρυνθεί από τα καθήκοντά του στην Ι.Σ., αφού όπως έγραψε η εφ. «Κραυγή» των Αθηνών στο φ. 26/11-1-1912 και ο Ι. Αθανασόπουλος αναφέρει: «Ο Αβέρκιος κατά την ομιλίαν του εκείνην υπήρξεν “εύγλωττος, ενθουσιαστής, ορμητικός εις τον λόγον του”. Μια φράσις του με την οποίαν διετύπωνε την γνώμη του, ότι δηλαδή ο κίνδυνος κατέρχεται εκ του Βορρά, τον εξέθεσεν εις την μήνιν της πολιτικής. Δια τούτο επαύθη μετ᾽ ολίγον εκ της γραμματείας της Συνόδου ως εθνικόφρων και πολέμιος του Ελληνοσλαβικού Συνδέσμου»136 .

Ο Αβέρκιος υπήρξε συνυποψήφιος μαζί με τους Αντώνιο Χαρτιάτη, τότε εφημέριο στην ορθόδοξη κοινότητα της Βιέννης, και τον διευθυντή της Ριζαρείου εκκλησιαστικής σχολής αρχιμ. Σωκράτη Κολιάτσο, χωρίς όμως να μπορέσει να προκριθεί από το ελληνικό κράτος εκείνη την περίοδο (1870), αφού Κερκύρας έγινε ο Αντώνιος Χαρτιάτης137 . Κατά το έτος 1874 στις 20 Ιουλίου προτάθηκε από την Ι.Σ. για την αρχιεπισκοπή Πατρών και Ηλείας και επικύρωσε την επιλογή αυτή το ελληνικό κράτος. Η χειροτονία του έγινε στις 11 Αυγούστου 1874 από τον μητρόπ. Αθηνών Προκόπιο Α´ στο μητροπολιτικό ναό της πρωτεύουσας. Στην Πάτρα έφθασε στις 5 Σεπτεμβρίου 1874 ατμοπλοϊκώς, αφού προηγουμένως είχε δώσει ενώπιον του βασιλέως Γεωργίου Α´ την νενομισμένη διαβεβαίωση ως διάδοχος του Κυρίλλου Γ´ Χαιρωνίδη (1866-1874), όπου τον υποδέχθηκαν με μεγαλοπρέπεια. Ο δήμαρχος Γεώργιος Ρούφος φωταγώγησε την αποβάθρα, ενώ λέμβος έφερε τον αρχιεπ. Αβέρκιο στην αποβάθρα, όπου ο δικηγόρος Ηλίας Συνοδινός προσφώνησε τον ποιμενάρχη τους, ενώ όλοι μαζί στη συνέχεια πήγαν στον ιερό ναό της Ευαγγελίστριας, για την καθιερωμένη δοξολογία. Μετά την ενθρονιστήριο τελετή άρχισε να παράγει έργο. Ο ίδιος, άριστος θεολόγος, περιόδευσε στην επαρχία του από άκρη σε άκρη κηρύττοντας το Ευαγγέλιο, ενώ στο διοικητικό τομέα πέτυχε την αναδιοργάνωση των γραφείων αλλά και των ενοριών της επαρχίας του. Με εγκυκλίους που αφορούσαν στον κλήρο της επαρχίας κατάφερε να απομακρύνει από την Πάτρα πολλούς μοναχούς αυτόκλητους και αργόσχολους, ενώ απαγόρευσε επικήδειους ή πανηγυρικούς λόγους να εκφωνούνται άνευ εγκρίσεως του περιεχομένου τους από τον ίδιο τον αρχιεπ.Αβέρκιο. Δυστυχώς η ποιμαντορία του δεν θα είχε συνέχεια, αφού ξέσπασε πολύ γρήγορα  το σκάνδαλο των σιμωνιακών, το οποίο πολύ σύντομα πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις και απομάκρυνε τον ίδιο από τον θρόνο του, αν και στην αρχή δεν το πήρε τόσο σοβαρά συνεχίζοντας τις περιοδείες του στην επαρχία του, ασκώντας κανονικά τα καθήκοντά του, ιερουργούσε και κήρυττε σε ναούς της Πάτρας μέχρι τα Χριστούγεννα του 1875. Αμέσως μετά αναχώρησε με ατμόπλοιο για την πρωτεύουσα για να είναι παρών στη δίκη συνοδευόμενος από τους δικηγόρους του Παυσανία Χοϊδά και Ευστ. Ηλιόπουλο138 .

-75-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου