15 Αυγούστου, 2025

Η ΒΑΣΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ

 Στο αραβικό κείμενο ενδιαφέρει η ενότητα μεταξύ του σώματος και της ψυχής, είτε στο βίο της αμαρτίας είτε στο βίο της μετάνοιας. Το κείμενο όμως είναι δύσκολο ως προς το νόημά του, σε αντίθεση με το κείμενο της ελληνικής παράδοσης το οποίο επικεντρώνεται στον «έμφυτο νόμο», δηλαδή τα έμφυτα χαρίσματα του ανθρώπου, ο μαρασμός –η αμαύρωση θα λέγαμε του κατ’ εικόνα- των οποίων εμποδίζει την αυτογνωσία και τη γνώση της νοεράς ουσίας. Εξάλλου και στα δύο κείμενα η νοερά ουσία χαρακτηρίζεται ως αθάνατη και ταυτόχρονα ως αδυνατούσα να σωθεί με τη δικαιοσύνη της. Αυτή της η αδυναμία ερμηνεύει και την κίνηση της αγαθότητας του Θεού: «Γι’ αυτό ο Θεός ενέργησε απέναντί της με την αγαθότητά Του και της έμαθε πώς να προσκυνήσει τον Πατέρα, όπως πρέπει,». Στην ελληνική παράδοση το κείμενο παραλλάσσεται ως εξής «… με την αγαθότητά Του με το γραπτό νόμο …». Στο τέλος της παραγράφου λέει «13 … διότι ο Θεός είναι ένας και ενότητα της νοεράς ουσίας. 14 Ας είναι φανερό σε σας, αγαπητοί μου, αυτός ο λόγος ότι όσοι κατοικούν [στο κοινόβιο] αν δεν είναι όλοι μαζί μία καρδιά, θα φέρουν στους εαυτούς τους πολέμους και κρίση». 

Ο Θεός, όντας ένας και συνάμα η ενότητα της νοεράς ουσίας, αποτελεί το σημείο κοινωνίας όλων των ανθρώπων με την πνευματική πραγματικότητα. Επομένως, όσοι έχουν την ίδια λογική φύση,    προέρχονται από την ίδια οντολογική ύπαρξη. Σε αυτό το σημείο φαίνεται καθαρά η χρήση της Πλατωνικής φιλοσοφίας, όσον αφορά την έννοια και την σημασία της ενότητας στην ύπαρξη, όπου θεωρείται η ενότητα ως απόδειξη της αυθεντικής ζωής, ενώ η ποικιλία είναι το αποτέλεσμα της μεταβολής και της αποσύνθεσης. Αυτή η ενότητα μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ενότητα της καρδίας μεταξύ των αδελφών σε ένα κοινόβιο είναι απαραίτητη για την χριστιανική ζωή. 

5- Ιστορία της Θείας οικονομίας (15-32). 

Στο σημείο αυτό επαναλαμβάνεται η διδασκαλία για την ιστορία της οικονομίας του Θεού. Στη θέα της αύξησης της αμαρτίας ο Θεός παρεμβαίνει και αποστέλλει τους εκλεκτούς του, όπως τον Μωυσή, τους προφήτες και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, οι οποίοι εμπνεόμενοι από το ίδιο το Άγιο Πνεύμα μίλησαν και δίδαξαν για τον Υιό, τον Ενσαρκωθέντα σωτήρα και μοναδικό θεράποντα της ασθένειας των ανθρώπων. Εξόχως διευκρινιστική είναι η χριστολογία και η σύνδεσή της με τη σωτηριολογία που αναπτύσσεται κατόπιν: «28 Διότι γίναμε σοφοί, όταν δέχτηκε ο Ίδιος την άγνοια μας, γίναμε πλούσιοι, με την φτώχειά Του, ισχυροί, με την αδυναμία Του, και ο Ίδιος έγινε για όλους μας ανάσταση, καταργώντας την εξουσία του θανάτου». Αυτή η σκέψη αποτελεί βασικό άξονα της θεολογικής σκέψης του Μ. Αντωνίου· ο Χριστός δέχθηκε την αδυναμία μας, για να λάβουμε την χάρη Του. Παρατηρούμε ότι στην ελληνική παράδοση λέει «με την άγνοια Του γίναμε σοφοί», αλλά ο Άραβας μεταφραστής αρνήθηκε να αποδώσει την άγνοια στο Λόγο του Θεού, γι’ αυτό προτίμησε το «γίναμε σοφοί με Αυτόν που αγνοείται η υπόθεσή Του [δηλ. η προσωπικότητά Του ή το μυστήριο της υπάρξεώς του]»249. Μία άλλη διαφορά, που παρατηρούμε, μεταξύ της αραβικής και της ελληνικής παράδοσης της Επιστολής, είναι η έκφραση του αραβικού κειμένου «Τότε αναπαυτήκαμε. Επομένως δεν χρειαζόμαστε να σαρκωθεί ξανά ο Ιησούς250», ενώ στις άλλες μεταφράσεις είναι «Τότε θα σταματήσουμε να επιζητούμε το Χριστό για τις απαιτήσεις της σάρκας251.

-98-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου