Κεφαλαίο 2.
Τα Σλαβικά Έθνη στην Ευρώπη
2.1Εισαγωγή–Ιστορικό.Πλαίσιο
Οι Ορθόδοξες Σλαβικές Εκκλησίες, στις οποίες συγκαταλέγονται αυτές της Ρωσίας, της Σερβίας και της Βουλγαρίας, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα Ορθόδοξων Εκκλησιών που, παρά την ξέχωρη φυσιογνωμία, την οποία διατήρησαν στο πέρασμα των αιώνων και την ιδιαίτερη πορεία, την οποία ακολούθησαν, δεν παρέκκλιναν ποτέ από την πατερική παράδοση και την ανατολική ορθόδοξη πνευματικότητα. Οι Βούλγαροι συγκαταλέγονται εντός αυτών παρόλο που δεν αποτελούν έθνος σλαβικής προέλευσης αλλά τουρανικής καταγωγής, (συχνά αναφέρονται και ως πρωτοβούλγαροι) που κατοπινά αναμίχθηκαν με σλαβικούς πληθυσμούς ώστε να θεωρούνται τέτοιοι καθ ότι τελικά αφομοιώθηκαν. Σύμφωνα με τον καθ. Ιωάννη Ταρνανίδη , υπάρχουν λόγοι αυτής τους της ιδιαιτερότητας, που τους κατέστησε οργανικό και αναπόσπαστο μέρος της ανατολικής χριστιανικής παράδοσης. Αυτοί θα πρέπει να αναζητηθούν στον αρμονικό συγκρητισμό των ιδιοσυγκρασιακών στοιχείων των Σλαβικών λαών, των κοινών εθνικών καταβολών αυτών και των παραδοσιακών τους παγανιστικών αντιλήψεων περί του θείου με τις έντονες πολιτισμικές, δομικές επιρροές του Βυζαντίου, τα υψηλά νοήματα της χριστιανικής θρησκείας και τη δυναμική της ελληνικής γλώσσας και σκέψης12. Η «γένεση», αν μπορεί να ειπωθεί έτσι, των Σλαβικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, συνιστά προϊόν της ιεραποστολικής δραστηριότητας του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, ως Μητέρας Εκκλησίας των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, εντός του ιστορικού πλαισίου και της εν γένει ιστορικής εξέλιξης των λαών της Βαλκανικής, κατά τη Βυζαντινή Περίοδο (αλλά και τους νεότερους χρόνους) σε συνάρτηση πάντοτε με μια ευτυχή ιστορική συγκυρία: την πορεία ανόρθωσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία άρχισε στα μέσα του 9ου μ.Χ. αιώνα και αναφέρεται και σε ιστορικές καταγραφές και ως «Βυζαντινός Ουμανισμός». Η αναγέννηση που επακολούθησε σε όλους τους τομείς της κοινωνικής, πνευματικής και πολιτικής ζωής στο εσωτερικό του Βυζαντινού κράτους με το πέρας της κρίσης, την οποία προκάλεσαν η Εικονομαχία και οι σκληροί και αμφίρροποι αγώνες του με τους Άραβες, κυρίως, δημιούργησε τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την επέκταση της επιρροής του Βυζαντίου στα βόρεια και ανατολικά σύνορά του. Αυτό κατέστη δυνατό μέσω της ανάπτυξης μιας οικουμενικής εξωτερικής πολιτικής -τόσο σε επίπεδο πολιτικό όσο και πνευματικό/πολιτισμικό βασισμένης, κατά κύριο λόγο, στον εκχριστιανισμό των λαών πέραν των ορίων του –στα όμορα, κατά βάση, εδάφη του. Ως παράγωγο της ανάκαμψης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ήταν η άσκηση εξωστρεφούς εξωτερικής πολιτικής με δυναμικά χαρακτηριστικά. Με επιτυχημένες διπλωματικές πρακτικές αναδείχτηκε της σε πολιτικά κυρίαρχου και πολιτισμικά υπέρτερου στον ευρύτερο γεωγραφικό της χώρο. Με τον τρόπο αυτό επηρέασε και καθόρισε στην εξέλιξη μεσαιωνικών λαών και κρατών της Ανατολικής Ευρώπης για αυτούς τους οποίους ο Dimitri Obolensky13 ισχυρίζεται ότι από ορισμένες απόψεις συγκροτούσαν μια ενότητα καθότι υπήρξαν οσμώσεις και επαφές. Με τον όρο «Βυζαντινή Κοινοπολιτεία», περιγράφεται η συγκυρία αυτή όπου καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Μεταγενέστερα με την πτώση της Βασιλεύουσας στους Οθωμανούς, υπήρξαν αξιοσημείωτες αλλαγές. Η βυζαντινή εκκλησιαστική πολιτική ιδεολογία, την οποία συγκροτούσαν αυτές οι αντιλήψεις, καθιστούσε ανενεργή τη ρωμαϊκή ιδέα, στην οποία είχε αρθρωθεί η ίδρυση και η ιστορική διαδρομή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αφήνοντας μετέωρη και την πολιτική θεολογία του Οικουμενικού Θρόνου14. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι ο κατακτητής επέδωσε πρόσθετο κύρος στον Πατριάρχη, αναγνωρίζοντάς του τον ρόλο του πνευματικού ταγού και εθνάρχη όλων αδιακρίτως των ορθόδοξων λαών της Βαλκανικής και, παραχωρώντας του κάποιες από τις δικαιοδοσίες του Βυζαντινού Αυτοκράτορα επί των υπηκόων του15. Πρόκειται για τον θεσμό της Εθναρχίας και την πάγια τακτική των Οθωμανών να διαχωρίσουν τους ραγιάδες (υπηκόους) βάσει του θρησκεύματος τους και όχι με εθνολογικά κριτήρια. Οι εγγενείς διοικητικές και οργανωτικές αδυναμίες διαχρονικά χαρακτήριζαν τους Οθωμανούς λόγω φυλετικών χαρακτηριστικών και ιδιοσυγκρασίας. Για αυτό σε ακόμη και ανώτερα/ανώτατα αξιώματα, επιλέγονταν αλλοεθνείς υποτελείς της Υψηλής Πύλης, ενιοτε δε και αλλόθρησκοι. Ο στόχος του κατακτητή πρωτίστως ήταν φυσικά να διαφυλάξει τα συμφέροντά του και να εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη δυνατή ηρεμία και τάξη εντός της επικράτειας του κράτους.
-18-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου