Ἀγάπη πὼς μὲ θάμπωσε
τὸ κάλος τῆς μορφῆς σου,
μά, πές μου, ποιὸς ὁ τόπος σου,
ποιὰ ἡ καταγωγή σου;
Γεννήθηκα στὸν οὐρανὸ
ἀπ’ τὸ Θεὸ Πατέρα.
Ἐκεῖνον ποὺ φτιαξε τὸ φῶς,
τὴ νύκτα καὶ τὴ μέρα.
Ἐκεῖνος ποὺ σᾶς χάρισε
τὸν ἥλιο ποὺ ζεσταίνει,
Ἐκεῖνος μ’ ἔστειλε στὴ γῆ,
σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Ἀγάπη ποὺ ‘χεις τὴ χαρά,
τὴν εὐτυχία δικιά σου
μὰ ποιὰ ἀλήθεια εἶσαι σὺ
καὶ ποιὸ τὸ ὄνομά σου;
Ἐγὼ ‘μαι κόρη τοῦ Θεοῦ,
κοντά του πάντα μένω!
Τὸ ὄνομά μου εἶναι ψωμὶ
ποὺ πάει στὸν πεινασμένο.
Ἐγὼ ‘μαι θρέμμα τ’ οὐρανοῦ,
μὰ καὶ στὴ γῆ ποσκιάζω.
Ποτήρι δροσερὸ νερὸ
στὸ διψασμένο βάζω.
Ἐγὼ μὲ τοὺς ἀγγέλους ζῶ,
μὲ τοὺς ἁγίους μένω
καὶ μὲ φωνάζουν ὅλοι τους
χαρὰ στὸν πληγωμένο.
Ἐπίσκεψη στὸν ἄρρωστο
μὲ λεν’ οἱ πονεμένοι
μπαστούνι οἱ ἀνήμποροι
κι ὅλοι οἱ γηρασμένοι.
Στέγη τοῦ ἄστεγου εἶμαι ‘γω,
τ’ ἀποδιωγμένου ἐλπίδα.
Τοῦ σκλαβωμένου τρέχοντας
σπάζω τὴν ἁλυσίδα.
Παράδεισο, μὲ εἴπανε
γιατ’ ἔχω εὐτυχία.
Ζῆσε κοντά μου γιὰ νὰ ἰδεῖς
Θεοῦ τὰ μεγαλεῖα.
Ψέμματα λές, πὼς ἀγαπᾶς Θεό,
ποὺ δὲν τὸν βλέπεις,
ἂν ἀγνοεῖς τὸν ἀδελφό,
ποὺ δίπλα σου τὸν ἔχεις.
Ἀφοῦ δὲ βλέπεις τὸ Χριστὸ
στὸ βλέμμα τοῦ ἀδελφοῦ σου
δὲν θὰ τὸν δεῖς οὔτε ἐκεῖ
στὴν ὄψη τοῦ Θεοῦ σου.
Μάτια πού βλέπετε Χριστό
εἶναι δικά μου μάτια
μόνο μ΄ αὐτά θά φτιάξετε
στόν οὐρανό παλάτια.
Ἀγάπη! δῶσε μας χαρά,
πάρε μας στά φτερά σου
κι ὃλη τήν παρρησία σου
δόστηνε στά παιδιά σου.
Γιά νά γιορτάσουμε κι ἐμεῖς
ἐκείνη τήν ἡμέρα
«Δεῦτε εὐλογημένοι μου...»
στό σπίτι τοῦ Πατέρα.
Μαριαμ μοναχης
Περιοδικο ''Οσιος Νικων ο μετανοειτε ''
αριθμ.199
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου