08 Δεκεμβρίου, 2025

Το Αυτοκέφαλο των Ορθοδόξων Σλαβικών Εκκλησιών 19ο

 5.3 Το ζήτημα της Εκκλησιαστικής Αυτοκεφαλίας κατά το διάστημα 1186-1393: Β΄ Βουλγαρικό κράτος 

Η (ανα)σύσταση Βουλγαρικού Πατριαρχείου θα επιχειρηθεί εκ νέου στο πλαίσιο της συγκρότησης κατά το έτος 1186 του Β΄ Βουλγαρικού κράτους με έδρα το Τύρνοβο από τους αδελφούς Πέτρο και Ιωάννη Ασέν. Το έργο αυτό ανέλαβε ο Ιωάννης, που με την άνοδό του στον θρόνο το 1197 ανασύστησε αυθαίρετα το Βουλγαρικό Πατριαρχείο και διαρρηγνύοντας τους δεσμούς της Βουλγαρικής Εκκλησίας με τον Οικουμενικό Θρόνο115 , στράφηκε προς τη Ρώμη, διεκδικώντας μέσα από μια μακρά περίοδο διαπραγματεύσεων την αναγνώριση αυτής ως Πατριαρχείου, με την υπαγωγή της στον πάπα Ρώμης, και του ιδίου ως Αυτοκράτορα116 . Οι ενέργειές του, ωστόσο, δεν στέφθηκαν από τα επιθυμητά αποτελέσματα, ενώ μετά τον θάνατό του η Βουλγαρική Εκκλησία αποκολλήθηκε οριστικά από τη Ρώμη. Επανήλθε έκτοτε στους κόλπους της Ανατολικής Μητέρας Εκκλησίας μπροστά και στον κοινό κίνδυνο που συνιστούσαν οι Σταυροφορίες για την υπόσταση τόσο του Βυζαντινού όσο και του Βουλγαρικού Κράτους. Η λατινική απειλή υποχρέωσε τον Αυτοκράτορα της Νίκαιας Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη και τον Βούλγαρο Τσάρο Ιβάν Ασέν Β΄ να συνασπισθούν, επικυρώνοντας την -στο  πλαίσιο της συνθήκης της Λαμψάκου (1235)- συμφωνία τους με τον γάμο του ενδεκαετούς γιου του Αυτοκράτορα, Θεοδώρου, με την εννεαετή κόρη του Τσάρου, Ελένη. Στα «παρεπόμενα» αυτής της πολιτικής συμμαχίας εντάχθηκε, ως «δώρο» από τον Αυτοκράτορα προς τον Τσάρο, «του κήδους ένεκα και της φιλίας», η τιμητική χορηγία Αυτονομίας στη Βουλγαρική Εκκλησία και η αναγόρευση του Αρχιεπισκόπου Τυρνόβου σε Πατριάρχη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, που και στην προκειμένη περίπτωση απλά επικύρωνε με συνοδικό θέσπισμα τις αποφάσεις του ανώτατου πολιτικού άρχοντα117 φροντίζοντας, όμως, να μη θιγεί ο θεσμός της «Πενταρχίας των Πατριαρχών» 118 , που αποτελούσε αμετακίνητη βάση των Πατριαρχικών δικαίων. Σ’ αυτή τη βάση, το Πατριαρχείο Τυρνόβου δεν ανεγράφη στα Δίπτυχα μεταξύ των πέντε παλαιφάτων Πατριαρχείων, ενώ στον Πατριάρχη του απονεμήθηκε η ψιλή Πατριαρχική τιμή υπό τους όρους να σεβαστεί την υπαγωγή στον Οικουμενικό Θρόνο κατ’ αναλογία προς τους λοιπούς Μητροπολίτες, να μνημονεύει τον Οικουμενικό Πατριάρχη και να τηρεί τις κατά την κανονική παράδοση υποχρεώσεις του προς αυτόν119 . Η, στη βάση των παραπάνω συνθηκών, διεργασιών και προϋποθέσεων, διαδικασία τίμησης του αρχιερέα του Τυρνόβου με αυτονομία και αναγόρευσής του σε Πατριάρχη υπό τον της Κωνσταντινούπολης Οικουμενικό Θρόνο, είναι προφανές ότι, παρά την ύπαρξη κάποιας συνοδικής συγκατάθεσης, στερείτο τη στήριξη πλήρους κανονικής τάξης. Από πλευράς, όμως, της Βουλγαρικής Εκκλησίας ερμηνεύθηκε ως καθ’ όλα κανονική αναγνώριση της πατριαρχικής περιωπής της, η οποία παρείχε στον προκαθήμενό της το δικαιοδοτικό δικαίωμα της παραχώρησης Αυτοκεφάλου κατά καταστρατήγηση της αποκλειστικότητας του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο εν λόγω προνόμιο120 . Στο πλαίσιο αυτής της μονόπλευρης ερμηνείας των συμφωνηθέντων το 1235 στη Λάμψακο, η οποία απηχεί τις πάγιες βουλγαρικές φιλοδοξίες και πολιτικές σκοπιμότητες κατ’ αντιγραφή της βυζαντινής εκκλησιαστικής πολιτικής όσον αφορά στην ταύτιση των εκκλησιαστικών ορίων με τα πολιτικά, εντάσσεται η συμμετοχή του Πατριάρχη Τυρνόβου στη συγκληθείσα κατά το έτος 1346 τοπική σύνοδο των Σκοπίων προς  ανακήρυξη του Σέρβου αρχιεπισκόπου σε Πατριάρχη. Η εν λόγω πράξη θα κριθεί άμεσα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο αυθαίρετη και αντικανονική, ενώ δέκα χρόνια αργότερα, το 1356, θα αμφισβητηθεί ευθέως από τον Πατριάρχη Κάλλιστο Α΄ το κύρος του Βούλγαρου Πατριάρχη στη βάση της ατελούς κανονικά παραχώρησης του Αυτοκεφάλου σ’ αυτόν χάριν κοσμικής «κοινωφέλειας», που δεν του επιτρέπει την υπέρβαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη συγκεκριμένη δικαιοδοσία. Συνέπεια της ρητής αυτής αμφισβήτησης, η Βουλγαρική Εκκλησία αναγνώρισε το 1361 την πρωτοκαθεδρία του Οικουμενικού Θρόνου, θέτοντας τέλος στην επί σειρά ετών αντικανονική πολιτική της, με αποτέλεσμα το Πατριαρχείο Τυρνόβου να διατηρηθεί για τριάντα χρόνια υπό την κατά τα ανωτέρω χορηγηθείσα αυτοδιοίκηση και πατριαρχική τιμή, τελώντας καθ’ όλο αυτό το διάστημα υπό ουσιαστική αναγνώριση και απολαμβάνοντας πραγματική εν μέρει αυτοτέλεια εθνικής Εκκλησίας. Μέχρι το 1393, οπότε με την οριστική υποταγή του Βουλγαρικού τσαρικού κράτους στους Τούρκους, το Πατριαρχείο Τυρνόβου υπήχθη στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης121 .

-50-


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου